Ο Γιώργος Βογιατζής εξετάζει το διαχωρισμό της πολιτικής από τη business επικεντρώνοντας στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και εκτιμώντας πως «ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα το Ε.Σ.Υ. είναι η ανικανότητα να διαχειρισθεί τα επιχειρησιακά προβλήματα». Ο συγγραφέας εκτιμά πως «οι πολιτικές ηγεσίες ποτέ δεν πλαισιώθηκαν με σωστούς επαγγελματίες που θα μπορούσαν να ωθήσουν τα πράγματα προς την σωστή κατεύθυνση» εξηγώντας πως αυτό οφείλεται στο ότι «κάθε πολιτικό κόμμα που αναλαμβάνει την κυβερνητική εξουσία θεωρεί το κράτος λάφυρο». Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως «η επιχειρησιακή λειτουργία θα πρέπει να είναι αποκλειστική ευθύνη της ανεξάρτητης διοίκησης του ΕΣΥ».

Ο Θάνος Μπαλασόπουλος θέτει το ζήτημα της πολιτικής οικονομίας των μεταρρυθμίσεων εξετάζοντας το σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Ο συγγραφέας εκτιμά πως «η έννοια της οικονομικής αποδοτικότητας» δεν μπορεί να εισαχθεί αποτελεσματικά λόγω ιδεολογικών αγκυλώσεων, με αποτέλεσμα «την κατάρρευση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (ΠΦΥ), γεγονός που διαφοροποιεί τη χώρα μας από την πορεία των χωρών της ΕΕ». Τονίζει ότι «η δόμηση ενός Ευρωπαϊκών προδιαγραφών συστήματος ΠΦΥ χρειάζεται πόρους και επενδύσεις» και εξηγεί ότι «τα μακροοικονομικά κέρδη σε οικονομικούς όρους αλλά και σε όρους δημόσιας υγείας είναι πολλαπλάσια». «Έχει φτάσει η στιγμή όπου μια νέα ιστορική τομή πρέπει να λάβει χώρα» σημειώνει.

Ο Νίκος Τσολακίδης περιγράφει το παράλληλο σύμπαν των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ εκτιμώντας πως «η κυβέρνηση μόνο ανάσταση νεκρών δεν υποσχέθηκε, ακόμη» συμπληρώνοντας πως «όλα αυτά για την προσκόλληση στη νομή της εξουσία, για την καρέκλα, την έδρα, την καθέδρα». Ο συγγραφέας αφού παραθέσει βασικούς δείκτες για την κατάσταση της οικονομίας, σημειώνει δεικτικά πως «τα μόνα νούμερα με τα οποία ασχολείται το Μαξίμου είναι εκείνα των δημοσκοπήσεων». «Όσο ο λαός θα αγαπά της αλήθεια αλλά συνειδητά θα επιλέγει την ευκολία του ψεύδους, οι χαμηλές πτήσεις θα συνεχίζονται και θα κλιμακώνονται παντού, στον πολιτισμό , στην παιδεία, στην υγεία» τονίζει.

Η Άννα Καραμάνου στο άρθρο – μελέτη αναλύει το ζήτημα της πολυπολιτισμικότητας και του πλουραλισμού, επικεντρώνοντας στο θέμα των γυναικών. «Χρειάζονται αναθεωρήσεις και βαθιές αλλαγές στα συστήματα των αξιών μας, πάνω στα οποία έχει οικοδομηθεί ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός, που θεοποιεί τον υλικό πλούτο, που αναπαράγει και ανέχεται τις διακρίσεις, τις ανισότητες, τον κοινωνικό δαρβινισμό, το ρατσισμό και τη βία. Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χωρίς καμιά διάκριση λόγω φύλου, φυλής, καταγωγής, θρησκείας, ηλικίας, ή σεξουαλικού προσανατολισμού αποτελεί όρο εκ των ων ουκ άνευ για την ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων, την καταπολέμηση της βίας και την πρόοδο» σημειώνει η συγγραφέας.

Ο Παναγιώτης Καραθύμιος εξετάζει αν η Ελλάδα έχει ελεύθερη οικονομία εκτιμώντας ότι «η υιοθέτηση των κανόνων της ελεύθερης αγοράς έχει θετικές συνέπειες τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνία». Για να το εξηγήσει αυτό συγκρίνει «δείκτες κρατών τα οποία διαφέρουν ως προς τον βαθμό ελευθερίας της οικονομίας τους» και τονίζει πως «η ανάγκη της χώρας μας, για στροφή σε πολιτικές ανοικτής οικονομίας είναι επιτακτική». «Η υιοθέτηση τέτοιων πολιτικών φαίνεται πως είναι μονόδρομος για την έξοδο της χώρας μας από την οικονομική κρίση καθώς καμία χώρα στον κόσμο δεν αύξησε τον πλούτο της χωρίς να αυξήσει την οικονομική της ελευθερία» σημειώνει.

Ο Αντώνης Τριφύλλης γράφει: «Θα ήθελα να είχε την ικανότητα ενός Ηγέτη που επιλέγει σωστούς συνεργάτες, αντί να επαφίεται στην θαλπωρή της κομματικής ένταξης και οικογενειακής φιλίας. Αντί να εμπιστεύεται ημιμαθείς νάρκισσους και ασταθείς, ψυχολογικά αμαθείς αυλικούς. Θα ήθελα να ανοίξει νέους δρόμους για τους νέους σε σχέση με το ήθος, την ποιότητα και την γνώση. Αντί να παρασύρεται από ανόητους υπερόπτες της αγοραίας πολιτικής». Και στην ερώτηση που κάνει στον εαυτό του, αν ονειροβατεί, η απάντηση που δίνει είναι: «στην ηλικία μου δεν έχω άλλα περιθώρια για συμμετοχή στο ψεύδος, την ανοχή στην αχαλίνωτη δημαγωγία και στην παρακμή»