Τετάρτη, 20 Απρ 2016

Πολυπολιτισμικότητα ή πλουραλισμός;

άρθρο της:

Τα κύματα των προσφύγων και η ανθρωπιστική κρίση που τα συνοδεύει, οι τρομοκρατικές επιθέσεις, η έξαρση του ισλαμικού φονταμενταλισμού και η διαμάχη για τη μαντίλα,  θέτουν ξανά στην καρδιά του δημοσίου διαλόγου τα θέματα της πολυπολιτισμικότητας, του πλουραλισμού, της ταυτότητας, της ασφάλειας, της κουλτούρας, της διαφορετικότητας, της κοινωνικής συνοχής και της ειρηνικής συνύπαρξης ανθρώπων με διαφορετικές αξίες και τρόπο ζωής. Σε όλη τη διάρκεια της ιστορικής διαδρομής της ανθρωπότητας, συναντούμε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών, περισσότερο βέβαια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και εντονότερα μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου. Την ίδια περίοδο, οι ραγδαίες πολιτικές, οικονομικές και τεχνο-επιστημονικές αλλαγές που συντελούνται, υποβαθμίζουν το ομοιογενές έθνος-κράτος και αναδεικνύουν πολλές αποεδαφοποιημένες εθνικές και πολυεθνικές συλλογικότητες. Σύμφωνα με τον Γιούργκεν Χάμπερμας, ζούμε σ' ένα «μετα-εθνικό αστερισμό», σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία με διεθνικά κέντρα εξουσίας και με πολυεθνοτικά και πολυπολιτισμικά χαρακτηριστικά[1].

Η «Διαρκής Ειρήνη» αργεί πολύ να έλθει, αφού η οικονομική κρίση, τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα και η βία δεν έχουν τέλος.

Πολλοί διανοούμενοι/ες και πολιτικοί αναλυτές αναρωτιούνται, μήπως οδεύουμε από το Βεστφαλιανό κράτος, προς το Καντιανό ιδεώδες του κοσμοπολιτισμού, όπως διατυπώνεται στο μνημειώδες έργο «Διαρκής Ειρήνη», δηλαδή, μετάβαση από το διεθνές δίκαιο μεταξύ ανεξάρτητων κρατών σε παγκόσμιο, κοσμοπολίτικο δίκαιο.[2] Tο όνειρο του Κάντ, μέσω του ΟΗΕ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των άλλων περιφερειακών ενώσεων, έχει ίσως αρχίσει να αποκτά κάποιο σχήμα. Ο κόσμος πλέον φαίνεται πως λειτουργεί περισσότερο ως ενοποιημένο σύνολο, παρά ως αποσυνδεδεμένες κρατικές μονάδες. Αναμφίβολα, η αλληλεξάρτηση των κρατών και η παγκόσμια διάσταση της πολιτικής έχουν αποκτήσει τις τελευταίες δεκαετίες μεγαλύτερη βαρύτητα. Η Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών αναγνωρίζει τα άτομα ως φορείς δικαιωμάτων, που κατά κάποιο τρόπο υπερβαίνουν τα καθιερωμένα των κυρίαρχων κρατών. Παρόμοιες εξελίξεις σημειώνονται με το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις άτομα των οποίων τα δικαιώματα παραβιάζονται μπορούν να προσφύγουν στα διεθνή δικαστήρια, παραμερίζοντας το έθνος-κράτος. Ακόμη και ο ακτιβισμός πληθώρας διεθνών μη κυβερνητικών οργανώσεων, όπως είδαμε με την προσφυγική κρίση στην Ελλάδα, δημιουργεί νέα δεδομένα. Ωστόσο, η «Διαρκής Ειρήνη» αργεί πολύ να έλθει, αφού η οικονομική κρίση, οι πολεμικές συγκρούσεις, τα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα, τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα των τζιχαντιστών και η βία φαίνεται πως δεν έχουν τέλος.

Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, η ξαφνική μετάβαση από κοινωνίες με σχετική γλωσσική, εθνολογική και θρησκευτική ομοιογένεια, σε κοινωνίες πολυγλωσσικές και πολυπολιτισμικές, έχει προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις.  Όσοι αισθάνονται πως απειλούνται από τις αλλαγές αντιμετωπίζουν με δυσπιστία και φόβο τη νέα πραγματικότητα, ενώ βρίσκει πρόσφορο έδαφος ο εθνοκεντρικός και ξενοφοβικός πολιτικός λόγος. Τα ακροδεξιά κόμματα διατείνονται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση κινδυνεύει από ισλαμοποίηση, λόγω των δημογραφικών τάσεων - ραγδαία συρρίκνωση του πληθυσμού της ΕΕ και ταχύτατη επέκταση του ισλαμικού κόσμου. Οι θεωρίες συνωμοσίας, περί σκοτεινών σχεδίων ισλαμοποίησης, μέσω της προώθησης των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη, γνωρίζουν σήμερα μεγάλη άνθηση. Ωστόσο, η ίδια η ιδέα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης έχει ως βάση τη φυλετική, εθνική, θρησκευτική και πολιτισμική διαφορετικότητα, καθώς και την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων και αγαθών. Η χρεοκοπία των ιδεολογικών ερεισμάτων του ρατσισμού και η φρίκη των πολέμων οδήγησε τους λαούς της Ευρώπης στη συνειδητοποίηση ότι η ευημερία και η πρόοδος επιτυγχάνονται μόνο μέσα από την αρμονική συνύπαρξη, την κοινωνική δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη και τη συνεργασία των ανθρώπων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από τα πρώτα της βήματα, έθεσε ως προτεραιότητα την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την καταπολέμηση των διακρίσεων πάσης μορφής (Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου-1950). 

Ο δημόσιος διάλογος

Ο επίτιμος αρχηγός του ΓΕΣ Φραγκούλης Φράγκος υποστηρίζει, ότι είναι ρεαλιστική η εκτίμησή του, ότι, «αν συνεχισθεί αυτή η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος, τότε η προϊούσα ισλαμοποίηση της Ελλάδας είναι απλά θέμα χρόνου (Καθημερινή, 21.02.16). Από άλλη οπτική, ο καθηγητής Παναγιώτης Ιωακειμίδης απέναντι στον κίνδυνο ισλαμοποίησης έχει προτείνει τον «εξευρωπαϊσμό» του Ισλάμ και τον εμπλουτισμό του με τις βασικές δημοκρατικές αξίες, «στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό».[3] Η Παγκόσμια Διακήρυξη της UNESCO της 2ας Νοεμβρίου 2001, υποστηρίζει ότι η πολυπολιτισμικότητα είναι η κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας και τόσο απαραίτητη για το ανθρώπινο είδος, όσο η βιοποικιλότητα για τη φύση (άρθρο 1)[4]. Τα ερωτήματα, ωστόσο, που γεννώνται είναι πολλά. Άραγε, πόσο ειρηνική μπορεί να είναι η συμβίωση, όταν διαφορετικές κοινότητες, διαθέτουν διαφορετικές μορφές ορθολογικότητας, γνώσης και κανόνων ηθικής; Πως μπορεί να είναι αποδεκτός «ο άλλος» και το σύστημα των αξιών του, όταν αυτές συγκρούονται με τα παγκοσμίως αποδεκτά ανθρώπινα δικαιώματα, την ισότητα των φύλων και τις θεμελιώδεις ελευθερίες; Μπορούν οι όποιες πολιτισμικές παραδόσεις να υπερισχύουν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των επιταγών του κράτους δικαίου; Μπορεί να υπάρξει ισορροπία ανάμεσα στα ανθρώπινα δικαιώματα και την ανεκτικότητα σε πρακτικές που κατάφωρα τα παραβιάζουν; Τελικά, μπορούν οι οικουμενικές αξίες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού που βασίζονται στον ορθό λόγο, να γίνουν άνευ όρων αποδεκτές από όλους τους πολιτισμούς ή πρέπει να αποδεχτούμε τον πολιτισμικό σχετικισμό του μεταμοντερνισμού, ενισχύοντας τον όποιο ιδιαίτερο πολιτισμό και τη διατήρηση της πολιτισμικής ταυτότητας της κάθε διακριτής ομάδας, στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικότητας;[5]

Μπορούν οι οικουμενικές αξίες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού να γίνουν  αποδεκτές από όλους τους πολιτισμούς;

Με τον όρο πολυπολιτισμικότητα εννοούμε την συνύπαρξη σε ένα δεδομένο γεωγραφικό χώρο μιας πολλαπλής πολιτισμικής ετερότητας, η οποία κυρίως εδράζεται σε εθνοτική, θρησκευτική και γλωσσική διαφορά. Η πολιτισμική διαφορετικότητα   εκφράζεται επίσης μέσω του συστήματος αξιών, των προτύπων ζωής και διαβίωσης, της κοινωνικής οργάνωσης και συμπεριφοράς, του ενδυματολογικού κώδικα, της τέχνης και της λογοτεχνίας, καθώς και της φιλοσοφικής θεώρησης του κόσμου. Η πολυπολιτισμικότητα, δηλαδή, αναφέρεται σε ουσιώδεις αλλαγές που συντελούνται στη δομή της κοινωνίας υπό την επίδραση της συνύπαρξης πληθυσμιακών ομάδων με διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις, αξίες και τρόπο ζωής. Ο πλουραλισμός παραπέμπει στη φιλελεύθερη δημοκρατία, στην «ανοιχτή κοινωνία» του Καρλ Πόπερ, στην ανεκτικότητα και την ποικιλία των απόψεων, χωρίς να είναι συνώνυμος με την Πολυπολιτισμικότητα.[6]

Ο δημόσιος διάλογος, για την πολυπολιτισμικότητα, αποδείχτηκε πολύ δύσκολος. Διανοούμενοι, όπως η Brenna Bhandar[7], η Σώτη Τριανταφύλλου[8] και ο Τζιοβάνι Σαρτόρι[9], επιχειρηματολογούν υπέρ του πλουραλισμού, αντί της πολυπολιτισμικότητας[10]. Ο καθηγητής Π. Κιτρομηλίδης (Καθημερινή, 31.01.10), γράφει ότι, για να λειτουργήσουν οι πολυπολιτισμικές λύσεις, απαιτείται να συντρέχουν προαπαιτούμενα, που θα καταστήσουν το εγχείρημα βιώσιμο. Προέχει η ύπαρξη κανόνων κοινωνικής συνύπαρξης, ώστε οι κοινωνίες να αποφύγουν μαζικές μορφές έκνομης συμπεριφοράς. Εξίσου αναγκαίο προαπαιτούμενο είναι η ύπαρξη παιδείας, που θα εδράζεται κυρίως στην καλλιέργεια της γλώσσας και του κεκτημένου του πολιτισμού, ώστε η πολυπολιτισμικότητα να μην εκπέσει σε κοινωνική και ηθική Βαβυλωνία, αλλά να αποβεί   αγωγός κοινωνικής συνοχής.[11] Ο Κώστας Παπαχρήστος, σχολικός σύμβουλος,   υποστηρίζει ότι μπορεί να υπάρξει διάλογος πολιτισμών και να δημιουργηθεί κοινός τόπος, μέσω μιας λογικής διαλεκτικής διαδικασίας, στην οποία όλες οι πλευρές επιθυμούν να υποβάλουν τις απόψεις τους σε κριτική, διάλογο και αναθεώρηση.[12]

Οι γυναίκες εκβιάζονται να επιλέξουν ανάμεσα στα «δικαιώματα» και τη «θρησκεία». Η «επιλογή» είναι αδύνατη.

Άλλοι/ες, συνήθως παλιοί αριστεροί, τάσσονται υπέρ του σεβασμού των πολυπολιτισμικών αξιώσεων για ελαστικότητα και σεβασμό της όποιας διαφορετικότητας, κατηγορώντας συλλήβδην για ρατσισμό ή πολιτισμικό ιμπεριαλισμό όσους/ες εκφράζουν επιφυλάξεις. Οι ίδιοι βέβαια συχνά εμφανίζονται αδιάφοροι για όσα συμβαίνουν στο εσωτερικό των μειονοτικών πολιτισμικών ομάδων. Οι επιθέσεις κατευθύνονται κυρίως εναντίον των φεμινιστριών, που θέτουν την ισότητα των φύλων υπεράνω των δικαιωμάτων και των διεκδικήσεων πολλών ομάδων μεταναστών για αυτονομία. Αξίζει να σημειωθεί, ότι αρχικά η επιδίωξη του φεμινισμού για ισότητα των φύλων και σεβασμό στη διαφορετικότητα θεωρήθηκε ότι συνέπιπτε με τους στόχους της πολυπολιτισμικότητας. Σήμερα όμως, οι απόψεις, ότι οι διεκδικήσεις των γυναικών υπονομεύουν την πολιτισμική ετερότητα, συντηρούνται από πολλούς «προοδευτικούς». Συχνά οι γυναίκες εκβιάζονται να επιλέξουν ανάμεσα στη φιλελεύθερη δημοκρατία και την πολιτισμική κοινότητα, ανάμεσα στην «ισότητα» και την «κουλτούρα» ή ανάμεσα στα «δικαιώματα» και τη «θρησκεία». Για πολλές γυναίκες αυτή η «επιλογή» είναι αδύνατη. Οι γυναίκες επιθυμούν να μπορούν να επιλέγουν και τα δύο (M. Sander, 2007).[13]

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ιδιαίτερα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι συζητήσεις και οι θεωρητικές αναζητήσεις για τη διαφορά, την ανοχή και την πολυπολιτισμικότητα, έχουν υποχρεώσει πολλές δυτικές χώρες να διαμορφώσουν πολυπολιτισμικές πολιτικές, που αναγνωρίζουν και προστατεύουν την πολιτισμική ποικιλότητα, ιδιαίτερα μειονοτικές κουλτούρες που λειτουργούν στο πλαίσιο πλειοψηφικών πολιτισμών. Σε πολλές περιπτώσεις, έχουν οδηγήσει σε εξαιρέσεις από νόμους, ή στην απονομή «ειδικών δικαιωμάτων», όπου αυτά θεωρηθούν αναγκαία για να μην εξαφανιστεί η συγκεκριμένη κουλτούρα.

O Will Kymlicka, στο βιβλίο του Multicultural Citizenship (1995) συζητεί τη θεωρία της εφαρμοσμένης φιλελεύθερης σκέψης για τις μειονότητες, και ενώ διατηρεί τον σκληρό πυρήνα του πολιτικού φιλελευθερισμού περί αυτονομίας, υποστηρίζει το επιχείρημα της κοινωνιολογίας ότι κάθε ατομικότητα χρειάζεται ρίζες, δηλαδή, κοινότητα, κουλτούρα και ιστορία.[14] Γι αυτό, ο Kymlicka υπερασπίζεται τις «εθνικές» κουλτούρες, ως πηγές του φιλελευθερισμού. Προτείνει, δηλαδή, μια «φιλελεύθερη πολυπολιτισμικότητα», γνωστή ως culturalist consensus. Οι θέσεις αυτές, μαζί με εκείνες που αφορούν γεωγραφικές μειονότητες στη Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, θεωρήθηκαν από πολλούς ως επικίνδυνες για αποσχιστικές ενέργειες. Ωστόσο, η θεωρητική εργασία του Kymlicka αποσκοπεί στο να υπάρξει ισορροπία ανάμεσα στα πολιτισμικά δικαιώματα των μειονοτήτων και στην ανάγκη δημιουργίας εθνών-κρατών που θα αγκαλιάζουν τις μειονότητες[15]. Η θέση αυτή αντικρούεται από εκείνους που εναντιώνονται σε «φυλετικές πολιτικές», που υπονομεύουν τις φιλελεύθερες αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Επίθεση κατά του «πολυπολιτισμικού consensus» και της θεωρίας του Kymlicka εξαπέλυσαν ο Brian Barry με το έργο του Culture and Equality[16] και η φεμινίστρια καθηγήτρια πολιτικής φιλοσοφίας Susan Moller Okin.

Πολυπολιτισμικότητα και Ισότητα των Φύλων

Η Παγκόσμια Διακήρυξη του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1948), και πολλές άλλες διακηρύξεις που ακολούθησαν, αναφέρονταν γενικά στον άνθρωπο και όχι ξεχωριστά για τα φύλα, χωρίς να αντιλαμβάνονται, ότι κάποια δικαιώματα είχαν διαφορετική αντιμετώπιση από εκείνα των ανδρών. Εκείνη την εποχή, δεν υπήρχε σχεδόν καμιά χώρα στον κόσμο που να μην είχε νόμους με διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, συχνά για ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης δεν είχε καν αναγνωριστεί στις γυναίκες το δικαίωμα ψήφου (στη Γαλλία το 1944, στην Ελλάδα το 1952, στην Ελβετία το 1971). Σήμερα βέβαια πολλές αλλαγές έχουν συντελεστεί στη ζωή των γυναικών, χάρη και στην πολιτική ισότητας των φύλων που προώθησε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αλλά η απόσταση μέχρι την πλήρη και ουσιαστική ισότητα παραμένει μεγάλη. Η ανισότητα των φύλων, δυστυχώς, ακόμη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιμετωπίζεται ως περισσότερο φυσική και αναπόφευκτη, από άλλες μορφές διακριτικής μεταχείρισης, όπως η φυλή, η εθνική καταγωγή, η θρησκεία, ή οι πολιτικές πεποιθήσεις, ενώ πολύ συχνά η κουλτούρα χρησιμοποιείται ως δικαιολογία, για την άνιση μεταχείριση των γυναικών.

Η ανισότητα των φύλων αντιμετωπίζεται ως φυσική και αναπόφευκτη.

Η πρώτη διακήρυξη ανθρώπινων δικαιωμάτων, με αναφορά στα δικαιώματα των γυναικών, χωρίς ουδέτερη γλώσσα, ήταν η «Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών», του ΟΗΕ, (CEDAW, 1979). Η Σύμβαση αυτή, κατά την διαδικασία επικύρωσής της, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, συνάντησε τις αντιρρήσεις πολλών κυβερνήσεων, με τη δικαιολογία ότι πολλά από τα δικαιώματα που προκήρυσσε ήταν ασύμβατα με τις κουλτούρες και τις θρησκείες των χωρών τους. Ωστόσο, η κινητοποίηση των φεμινιστικών οργανώσεων, σε διεθνές επίπεδο, οδήγησε στην αναγνώριση των δικαιωμάτων των γυναικών, ως ανθρώπινα δικαιώματα, στη Διάσκεψη της Βιέννης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το 1993.   Το Σεπτέμβριο του 1995, στο Πεκίνο, στη Παγκόσμια Διάσκεψη του ΟΗΕ για τις Γυναίκες, σημειώθηκε περαιτέρω πρόοδος, παρά τα εμπόδια που προέβαλαν το Βατικανό και οι φανατικοί Ισλαμιστές. Τόσο η CEDAW όσο και η Beijing Platform of Action αναφέρονται μεν στον σεβασμό προς τα πολιτισμικά δικαιώματα και τις θρησκείες, αλλά επίσης τονίζουν ότι, «η πλήρης ισότητα των φύλων πιθανόν να απαιτεί αλλαγές στην κουλτούρα».

Τη σχέση μεταξύ φεμινισμού και πολυπολιτισμικότητας έχει εξετάσει ενδελεχώς η επιφανής πολιτική φιλόσοφος Susan Moller Okin. Το δοκίμιό της, το 1997, με τίτλο «Είναι η Πολυπολιτισμικότητα Κακή για τις Γυναίκες;», πυροδότησε θύελλα κρίσεων και επικρίσεων.[17] Η Okin θέτει το εξής ερώτημα: Τι πρέπει να γίνει, όταν οι απαιτήσεις μειονοτικών πολιτισμικών και θρησκευτικών ομάδων συγκρούονται με την αρχή της ισότητας των φύλων, η οποία, τουλάχιστον επισήμως, αναγνωρίζεται και εφαρμόζεται από τις φιλελεύθερες δημοκρατίες; Η Okin εξηγεί, ότι οι γυναίκες δεν θα πρέπει να αδικούνται λόγω του φύλου τους, ότι θα πρέπει να αναγνωρίζονται ως άνθρωποι που διαθέτουν αξιοπρέπεια ίση με εκείνη των ανδρών, και δικαιούνται να ζουν με πληρότητα και ελευθερία, όπως ακριβώς και οι άνδρες. Θα ήταν αδύνατον να διαφωνήσει κανείς με αυτή τη θέση. Το πρόβλημα είναι, ότι τα διάφορα πολιτισμικά γκρουπ, που διαβιούν σε δημοκρατικά καθεστώτα, θεωρούν ότι τα δικαιώματά τους δεν προστατεύονται επαρκώς μέσω των εγγυήσεων των ατομικών δικαιωμάτων, και συνεπώς θα πρέπει να προστατεύονται με την παραχώρηση σε αυτές τις ομάδες ειδικών δικαιωμάτων και προνομίων.

140 εκατομμύρια γυναίκες έχουν υποστεί ακρωτηριασμό των γεννητικών τους οργάνων.

Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες, ασφαλώς, οφείλουν να προστατεύσουν τα ατομικά δικαιώματα όλων των γυναικών εντός των συνόρων τους, συμπεριλαμβανομένων και των γυναικών των οποίων οι κουλτούρες και οι θρησκείες τις τιμωρούν με το να αρνούνται θεμελιώδη δικαιώματά τους. Ωστόσο, με βάση ποια λογική και ποιες ανθρωπιστικές αξίες, θα πρέπει να αναγνωρίζουν στις μειονότητες ιδιαίτερα δικαιώματα ή προνόμια, που θα τους βοηθούν να διατηρούν την εχθρική προς τις γυναίκες κουλτούρα τους, σε μια ξένη χώρα, όπως πολλοί θεωρητικοί της πολυπολιτισμικότητας προτείνουν; Η ιδιαίτερη μεταχείριση, που ζητούν οι περισσότερες πολυπολιτισμικές ομάδες, κυρίως αφορά ανισότητες των φύλων και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως: καταναγκαστικοί γάμοι και γάμοι παιδιών, συστήματα διαζυγίου εις βάρος των γυναικών, πολυγαμία και σεξουαλικοί ακρωτηριασμοί, διπλά κριτήρια ηθικής συμπεριφοράς, εγκλήματα τιμής, κάλυψη της κεφαλής και περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας.

Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας υπολογίζει ότι 140 εκατομμύρια γυναίκες σε όλο τον κόσμο έχουν υποστεί ακρωτηριασμό των γεννητικών τους οργάνων, ενώ δύο εκατομμύρια κάθε χρόνο εκτίθενται σε αυτές τις πρακτικές. Κάθε μέρα 6 χιλιάδες κορίτσια από 4 έως 10 ετών ακρωτηριάζονται, σύμφωνα με στοιχεία της Unicef, αν και η πρακτική ποικίλλει πολύ από χώρα σε χώρα. Το τραγικό είναι ότι, τουλάχιστον οι μισές από τις αφρικανικές χώρες που τηρούν αυτή την "παράδοση", έχουν υιοθετήσει νομοθεσία που την απαγορεύει πλήρως ή μερικώς, ή έχουν δεσμευτεί μέσω της Εταιρικής Σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση (Συμφωνία Κοτονού), χωρίς όμως να γίνεται σεβαστή[18]. Προφανώς οι προκαταλήψεις και οι κοινωνικές παραδόσεις έχουν μεγαλύτερη ισχύ από τους νόμους. Στην Ευρώπη διατυπώνονται βάσιμοι φόβοι ότι αυτές οι εγκληματικές πρακτικές έχουν μεταφερθεί και στις χώρες της Ένωσης μαζί με τα μεταναστευτικά ρεύματα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκτιμά, ότι 500.000 γυναίκες και κορίτσια που ζουν στην Ευρώπη υποφέρουν από τις μακροχρόνιες συνέπειες της κλειτοριδεκτομής, ενώ επιπλέον 180.000 κινδυνεύουν κάθε χρόνο[19]. Σύμφωνα με στοιχεία του Health and Social Care Information Centre της Βρετανίας, τον Σεπτέμβριο του 2014, είχαν καταχωρηθεί 4.989 ακρωτηριασμοί γυναικών σε εθνικό επίπεδο (Guardian, 23.09.2015). Ωστόσο, από τις χώρες της Ε.Ε. μόνον η Βρετανία, η Γαλλία και η Σουηδία διαθέτουν νομοθεσία που τιμωρεί αυτή τη φρικτή πρακτική, χωρίς όμως από μόνη της η νομοθεσία, να μπορεί να την εξαλείψει.

Στην περίπτωση της Γαλλίας, το δικαίωμα στην πολυγαμία συνιστούσε μειονοτικό δικαίωμα, μη διαθέσιμο στον υπόλοιπο πληθυσμό. Υπολογίζεται ότι 150.000-400.000 πολυγαμικές οικογένειες ζουν στη Γαλλία, παρά το γεγονός ότι η πολυγαμία έχει απαγορευτεί από το 1993 . Η πολυγαμία εμποδίζει την ισότητα των φύλων, αλλά και την κοινωνική ένταξη των μεταναστών. Για το σκοπό αυτό η Γαλλική κυβέρνηση έχει επιστρατεύσει κοινωνικούς λειτουργούς προκειμένου να πείσουν τις δεύτερες και τρίτες συζύγους να μετακομίσουν με τα παιδιά τους σε ξεχωριστά διαμερίσματα. Η αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων είναι αμφισβητήσιμη. Η περίπτωση της πολυγαμίας είναι πολύ χαρακτηριστική της βαθιάς διαμάχης και της αυξανόμενης έντασης μεταξύ φεμινισμού και της προσπάθειας να προστατευτεί η πολιτισμική πολυμορφία[20]. Το Ευρωπαϊκό Λόμπι Γυναικών έχει επισημάνει τον κίνδυνο από το γεγονός ότι «οι θρησκείες αρνούνται να θέσουν υπό αμφισβήτηση τις πατριαρχικές κουλτούρες που προωθούν ως ιδανικό το ρόλο της συζύγου, μητέρας και νοικοκυράς και αρνούνται να υιοθετήσουν θετικά μέτρα υπέρ της ισότητας. Το ΕΛΓ ασκεί δριμεία κριτική, για το γεγονός ότι συχνά η θρησκεία χρησιμοποιείται ως δικαιολογία, για επιθέσεις και παραβιάσεις κατά των γυναικών[21].

Σύμφωνα με την Susan Moller Okin, πολλές φεμινίστριες, τουλάχιστον όσες είναι πολιτικά προοδευτικές και αντίθετες με κάθε μορφή καταπίεσης, βιάστηκαν να συμπεράνουν ότι ο φεμινισμός και η πολυπολιτισμικότητα μπορούν εύκολα να συμφιλιωθούν. Αντιθέτως, φαίνεται πως η διαμάχη θα ενταθεί, όσο η πολυπολιτισμική δράση επικεντρώνεται στη διασφάλιση δικαιωμάτων σε ομάδες, ανεξαρτήτως αν σέβονται ή όχι τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα των φύλων. Η Okin υποστηρίζει ότι, η κουλτούρα ή η θρησκεία που προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα των γυναικών, δεν αξίζει να διατηρείται.[22] Εναντίον της Moller Okin έγραψε η Homi Bhabba (1999), υποστηρίζοντας ότι η Okin βλέπει αφ’ υψηλού τους «μη δυτικούς» λαούς.[23] Αντιθέτως, η Martha Nussbaum (1999), σχολιάζοντας το δοκίμιο της Okin, επιβεβαιώνει, ότι το ενδιαφέρον για την πολυπολιτισμικότητα κρύβει μεγάλους κινδύνους για τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων[24]. Η αντιπρύτανις του Πανεπιστημίου Αιγαίου Χρυσή Βιτζιλάκη στο βιβλίο της Φύλο και Πολιτισμός (2006), παρατηρεί, ότι, ενώ κατά τα τελευταία 150 χρόνια υπάρχουν αξιόλογες αναλύσεις σχετικά με το ταξικό περιεχόμενο του πολιτισμού, το φύλο ως αναλυτική κατηγορία, μέχρι πρόσφατα, αποσιωπήθηκε συστηματικά.

Στην Ελλάδα είναι πολύ χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Θράκης, όπου εκεί για τους Μουσουλμάνους ισχύει ο Ισλαμικός νόμος Σαρία και όχι οι νόμοι της Ελληνικής Πολιτείας (ν. 1920/1991), όταν στην Τουρκία έχει καταργηθεί από το 1924. Στις 23 Μαΐου 2010,  η Ντόρα Μπακογιάννη, με την ευκαιρία της επίσκεψης του Τούρκου Πρωθυπουργού, ζήτησε την κατάργηση της εφαρμογής του Ισλαμικού νόμου στη Θράκη, χαρακτηρίζοντας εθνικό όνειδος αυτή την πραγματικότητα, την οποία δυστυχώς η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όπως και καμία άλλη κυβέρνηση, δεν αποφάσισε να εξαλείψει. «Σήμερα η Ελλάδα», τόνισε η πρώην Υπουργός Εξωτερικών, «είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που εφαρμόζει τη Σαρία για τους μουσουλμάνους πολίτες της, κατ΄ απόκλιση του Αστικού Κώδικα, σε υποθέσεις γάμου, διαζυγίου, επιτροπείας, κηδεμονίας, διαθήκης και εξ αδιαθέτου διαδοχής.

Μόνο σε σκληρά ισλαμικά καθεστώτα, όπως στη Σαουδική Αραβία και στο Αφγανιστάν, επιβιώνει αυτό το καθεστώς. Το αποτέλεσμα είναι παιδιά να παντρεύονται δι΄ αντιπροσώπου σε ηλικία 14 ετών, να μην αναγνωρίζεται το δικαίωμα του διαζυγίου σε γυναίκες και μάνες, οι οποίες χάνουν, υποχρεωτικά, την επιμέλεια των ανήλικων παιδιών τους»

Δικαιοσύνη, πολυπολιτισμικότητα & «group rights»

Δυστυχώς, χάριν μιας στρεβλής θεώρησης της πολυπολιτισμικότητας και σε άλλες χώρες της ΕΕ, πλην της Γαλλίας και της Ελλάδας, ισχύουν αποκλίσεις από την εθνική νομοθεσία. Σε άρθρο του ο Βρετανός σοσιαλδημοκράτης δημοσιογράφος και συγγραφέας Johann Hari, (The Independent, 30.04.07), εγκαλεί τις γυναικείες οργανώσεις για αδιαφορία απέναντι σε όσα συμβαίνουν στις κλειστές ομάδες των διαφόρων πολιτισμικών μειονοτήτων, αλλά και για όσα αποφασίζουν τα δικαστήρια με βάση την «πολιτική ορθότητα» περί σεβασμού των πολυπολιτισμικών ομάδων. Το ερώτημα που θέτει είναι: «Πιστεύεις στα δικαιώματα των γυναικών ή στην πολυπολιτισμικότητα;». Μια σειρά από αποφάσεις των Γερμανικών Δικαστηρίων δείχνουν, με καθαρή λογική, ότι δεν μπορείς να υποστηρίζεις και τα δύο. Πρέπει να διαλέξεις. Τα περιστατικά που αναφέρει είναι συγκλονιστικά. Ένα από αυτά: Η Nishal, 26 ετών Μαροκινή μετανάστρια στη Γερμανία, με δύο παιδιά είχε ένα ψυχωτικό σύζυγο που την χτυπούσε με μανία από τη πρώτη μέρα του γάμου τους. Γεμάτη πληγές προσέφυγε στην αστυνομία, η οποία διέταξε τον άνδρα να απομακρυνθεί. Εκείνος αρνήθηκε και την τρομοκρατούσε με απειλές θανάτου. Έτσι η Nishal κατέθεσε αγωγή διαζυγίου, ελπίζοντας ότι έτσι θα γλίτωνε από τον βίαιο σύζυγο. Ένας δικαστής που θα πίστευε στα δικαιώματα των γυναικών και στην ισότητα των φύλων πολύ εύκολα θα έκρινε και θα αποφάσιζε: είσαι ελεύθερη από αυτόν τον άνδρα, ο γάμος λύεται. Όμως η δικαστής Christa Datz-Winter ακολούθησε τη πολυπολιτισμική λογική. Είπε ότι δεν μπορεί να δώσει ένα γρήγορο διαζύγιο γιατί, παρά τη γραπτή βεβαίωση της αστυνομίας για ακραία περίπτωση βίας και απειλής κατά της ζωής, δεν συνέτρεχε «αναιτιολόγητη κακομεταχείριση». Γιατί; Επειδή η γυναίκα ως Μουσουλμάνα, «θα έπρεπε να το περιμένει», εξήγησε η δικαστίνα, η οποία και διάβασε αποσπάσματα από το Κοράνι για να δείξει ότι οι Μουλμάνοι σύζυγοι έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν σωματική βία ως τιμωρία. «Κοίταξε στη Σούρα 4, παράγραφο 34, είπε στη Nishan, όπου το Κοράνι λέει ότι μπορεί να σε δέρνει. Αυτή είναι η κουλτούρα σου»!!

Οι Μουσουλμάνες έχουν υποβιβαστεί σε πολίτες τρίτης κατηγορίας απογυμνωμένες από βασικά νομικά δικαιώματα και προστασία.

Το Γερμανικό περιοδικό Der Spiegel έχει δημοσιεύσει ένα μακρύ κατάλογο από φρικτές «πολυπολιτισμικές» αποφάσεις γερμανικών δικαστηρίων. Μία μόνο από τις πολλές: Ένας Τουρκογερμανός που έπνιξε τη γυναίκα του Zeynep στη Φραγκφούρτη καταδικάστηκε με την ελαφρύτερη των ποινών, γιατί σύμφωνα με τον δικαστή η δολοφονημένη γυναίκα είχε προσβάλει την «ανδρική του τιμή», που εκπορεύεται από τις ανατολίτικες αντιλήψεις περί ηθικής. Σήμερα στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι Μουσουλμάνες έχουν υποβιβαστεί σε πολίτες τρίτης κατηγορίας απογυμνωμένες από βασικά νομικά δικαιώματα και προστασία. Κι αυτό, γιατί το δόγμα της πολυπολιτισμικότητας επιτάσσει ότι η κοινωνία θα πρέπει να είναι χωρισμένη σε ξεχωριστές κουλτούρες, με διαφορετικούς κανόνες σύμφωνα με την εθνική καταγωγή (The Independent, 30.04.07).

Μεταξύ των πολυπολιτισμικών ομάδων που έχουν ιδιαίτερη μεταχείριση από το σύστημα απονομής δικαιοσύνης, ακόμη και για αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου, δεν υπολείπονται οι μη μουσουλμάνοι της Ανατολικής Ασίας, Κινέζοι, Ινδοί, Ιάπωνες, καθώς και οι Ρομ. Οι Κινέζοι, στην πλειονότητά τους, πιστεύουν πως οι άνδρες είναι καταλληλότεροι για πολιτικοί αρχηγοί, παρά το γεγονός ότι η γραμμή του κόμματος για πολλές δεκαετίες έδινε έμφαση στην ισότητα των φύλων και ο Μάο Τσε Τούγκ διακήρυττε ότι οι γυναίκες είναι «το μισό του ουρανού». Στη πράξη οι Κινέζες καταλαμβάνουν ελάχιστες θέσεις ευθύνης και υφίστανται φοβερές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους. Η κατάσταση επίσης των Ινδών γυναικών χαρακτηρίζεται από βία και καταναγκαστική πορνεία. Η Susan Moller Okin αναφέρει δύο περιπτώσει διακριτικής μεταχείρισης, λόγω κουλτούρας, από δικαστήριο: Ένας Κινέζος μετανάστης στη Νέα Υόρκη ξυλοκόπησε μέχρι θανάτου τη γυναίκα του που διέπραξε μοιχεία, ενώ μια Γιαπωνέζα στη Καλιφόρνια έπνιξε τα παιδιά της και επιχείρησε να αυτοκτονήσει, γιατί η μοιχεία του άντρα της είχε προσβάλει την οικογένεια. Και οι δύο περιπτώσεις κρίθηκαν με επιείκεια, λόγω κουλτούρας. Το χειρότερο όλων είναι, ότι,  όσοι γενναίοι ακτιβιστές και φεμινίστριες αντιτάχτηκαν σε αυτές τις πρακτικές της πολυπολιτισμικότητας, όπως η βουλευτίνα των Βρετανών Εργατικών Ann Cryer, έχουν στιγματιστεί ως ρατσιστές/τριες[25]. Δυστυχώς, πολύ συχνά το θέμα γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από την ακροδεξιά, η οποία τοποθετεί στο ίδιο τσουβάλι «μαζική μετανάστευση και πολυπολιτισμικότητα».

Από πλευράς Ελλάδας, υπήρξε μια σοβαρή παρέμβαση στον ΟΗΕ, εκ μέρους του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, της Διεθνούς Συμμαχίας των Γυναικών και του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, στην Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τη θέση των Γυναικών, κατά την 54η Συνεδρίασή της στις 1-12 Μαρτίου 2010, στη Νέα Υόρκη. Κατατέθηκε τροπολογία, σε κείμενο για της εφαρμογή της Διακήρυξης και του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου (1995-Παγκόσμια Διάσκεψη του ΟΗΕ για τις Γυναίκες), η οποία καλεί τα κράτη μέλη «να εξαλείψουν οποιαδήποτε σύγκρουση μπορεί να προκύψει μεταξύ των δικαιωμάτων των γυναικών και των επιβλαβών συνεπειών συγκεκριμένων παραδοσιακών και εθιμικών πρακτικών».

Η σύγχρονη δυτική σκέψη περί δικαιοσύνης έχει επηρεαστεί από τις θέσεις του John Rawls, ο οποίος, μέσω του μνημειώδους πρώτου βιβλίου του, A Theory of Justice (1971) επιχείρησε να δώσει λύσεις προτείνοντας την έννοια της επάλληλης συναίνεσης. Ο Rawls υποστηρίζει, ότι οι πιο αξιόπιστες αρχές δικαιοσύνης είναι εκείνες για τις οποίες όλοι μπορούν να συμφωνήσουν ότι είναι δίκαιες, ότι ο πλουραλισμός και η συναίνεση αποτελούν την ουσία της φιλελεύθερης δημοκρατικής σκέψης. Σε κάθε κοινωνία πιθανόν να μπορεί να βρεθεί ένα σύνολο αξιών που μπορούν να τις αποδεχθούν άνθρωποι με διαφορετικές αντιλήψεις για το τι είναι καλό. Αυτό μπορεί να αποτελέσει τη βάση ενός τρόπου κοινής συνύπαρξης διαφορετικών ανθρώπων.

Η κόκκινη πολιτισμική γραμμή του Ισλάμ

Όλες οι θρησκείες, ιδιαιτέρως το Ισλάμ, που μας απασχολεί περισσότερο αυτή τη χρονική περίοδο, εκφράζουν πατριαρχικές απόψεις, οι οποίες ασφαλώς επιδρούν στην διαμόρφωση της κουλτούρας και στα δικαιώματα των γυναικών. Ο Bernard Lewis, ο θεωρούμενος και ως πρύτανης μεταξύ των ιστορικών της Μέσης Ανατολής, εντοπίζει τη μεγαλύτερη διαφορά και τη σύγκρουση ανάμεσα στις Ιουδαιοχριστιανικές και Μουσουλμανικές κοινωνίες, στο θέμα των γυναικών[26]. Ουσιαστικά, δηλαδή, ο Samuel Huntington, σχετικά με τη σύγκρουση των πολιτισμών που προανήγγειλε, είχε εν μέρει δίκιο, παρά το γεγονός ότι η θεωρία του αγνόησε παντελώς τα ζητήματα του φύλου και της σεξουαλικής απελευθέρωσης.[27] Στην πραγματικότητα, η πολιτισμική κόκκινη γραμμή που χωρίζει τη Δύση από τον Μουσουλμανικό κόσμο δεν αφορά τη δημοκρατία, αλλά την ισότητα των φύλων και τα δικαιώματα των γυναικών.   Ο Lewis σε συνέντευξή του, έλεγε, ότι οι δυτικοί επισκέπτες σε μουσουλμανικές χώρες φρίττουν από την υποταγή και την κακομεταχείριση των γυναικών, ενώ αντιστοίχως οι μουσουλμάνοι επισκέπτες στον χριστιανικό κόσμο σοκάρονται και φρίττουν από τη χαλαρότητα των ηθών και από τον «παραλογισμό», όπως τον εννοούν,   των γυναικών της Δύσης.[28]

Η εφαρμογή απάνθρωπων, βίαιων και ταπεινωτικών τιμωριών για τις γυναίκες αποτελούν συνήθη πρακτική στο όνομα θρησκευτικών παραδόσεων. 

Η υποχρεωτική κάλυψη του σώματος των γυναικών αποτελεί μια από τις πιο πολυσυζητημένες επιταγές του Ισλαμικού νόμου. Ο ίδιος ο Θεός, μέσα από το Κοράνι, δίνει σαφείς οδηγίες (κεφ. 33, παρ.59):

Προφήτη, παράγγειλε στις γυναίκες σου, στις κόρες σου και στις γυναίκες των πιστών, να αφήνουν την καλύπτρα τους να κρέμεται μέχρι τα πόδια. Έτσι δεν θα τις γνωρίζουν εύκολα και δεν θα τις συκοφαντούν[29].  

Αυτή την απομόνωση, την ανωνυμία και τον διαχωρισμό των γυναικών από τους άντρες ενισχύουν και πολλές άλλες οδηγίες του Κορανίου. Όπως έχει γραφτεί, ο Προφήτης, λίγο πριν από το θάνατό του, είχε προειδοποιήσει «Μετά την αποχώρησή μου, ο μεγάλος κίνδυνος για τον λαό μου θα προέλθει από τις γυναίκες. Προκαλούν αναταραχή και είναι υπεύθυνες για τη διαφθορά και τον εκφυλισμό». Οι άντρες λοιπόν οφείλουν να αναχαιτίσουν την απειλή υποχρεώνοντας τις γυναίκες να καλύπτουν το σώμα τους και να κλείνονται στο σπίτι.[30]

Το Ισλάμ υποστηρίζει ότι η ανισότητα των φύλων είναι η εντολή του Θεού, που εκφράζεται μέσα από τα ιερά κείμενα του Προφήτη. Στις περισσότερες ισλαμικές χώρες, με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι οδηγίες του Κορανίου, εις βάρος των γυναικών, έχουν ενσωματωθεί στη νομοθεσία - οικογενειακό, αστικό και ποινικό δίκαιο, εργατική νομοθεσία κλπ – και έχουν αποστερήσει εκατομμύρια γυναίκες από θεμελιώδεις ελευθερίες και βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Το ίδιο το Κοράνι, δηλαδή ο Θεός (σύμφωνα με το Ισλάμ), μέσω του Προφήτη, αποφαίνεται για την υπεροχή των ανδρών και το δικαίωμά τους να δέρνουν τις ανυπάκουες συζύγους (κεφ. 4, παρ. 34):

Οι άνδρες είναι ανώτεροι από τις γυναίκες λόγω της ιδιαιτερότητας με την οποία τους ανύψωσε ο Θεός πάνω από τις γυναίκες, επιπλέον, και επειδή οι άντρες δίνουν προίκα στις γυναίκες από τον δικό τους πλούτο. Οι ενάρετες γυναίκες είναι πιστές και υπάκουες και φυλάνε με προσοχή, κατά την απουσία των αντρών τους, ό,τι ο Θεός τους όρισε να φυλάνε ανέπαφο. Εκείνες, των οποίων την ανυπακοή φοβάστε, να τις μαλώνετε, να τις απομακρύνετε από το κρεβάτι σας και να τις δέρνετε. Αν όμως είναι υπάκουες, να είστε καλοί προς αυτές. Ο Κύριος είναι ύψιστος και μέγας.

Σε πολλές μουσουλμανικές κοινωνίες, η αναφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα δεν περιλαμβάνει τα δικαιώματα των γυναικών, τα οποία συστηματικά παραβιάζονται. Ένα από τα πιο κοινά εγκλήματα είναι οι λεγόμενες δολοφονίες «για λόγους τιμής». Υπολογίζεται ότι περίπου 5.000 γυναίκες και κορίτσια δολοφονούνται κάθε χρόνο από αρσενικά μέλη της οικογένειάς τους. Η εφαρμογή απάνθρωπων, βίαιων και ταπεινωτικών τιμωριών για τις γυναίκες, όπως το μαστίγωμα και οι λιθοβολισμοί, αποτελούν σε πολλές χώρες συνήθη πρακτική στο όνομα θρησκευτικών παραδόσεων, οι οποίες παρερμηνεύονται ως «θεϊκής φύσης και προέλευσης». Οι δράστες συνήθως μένουν ατιμώρητοι, αφού τέτοιου είδους βία θεωρείται αποδεκτός τρόπος ελέγχου της συμπεριφοράς των γυναικών και όχι σοβαρό έγκλημα. Σε αυτές τις κοινωνίες η πατριαρχική οικογενειακή δομή τοποθετεί τις γυναίκες υπό τον απόλυτο έλεγχο των ανδρών της οικογένειας. Τα θηλυκά παιδιά γίνονται θύματα διακρίσεων από τη στιγμή της γέννησής τους, αφού θεωρούνται κακοτυχία για την οικογένεια, σε αντίθεση με τη γέννηση των αρσενικών παιδιών που αποτελούν «δώρο Θεού».

Βεβαίως οι διάφοροι απολογητές του Ισλαμισμού- σε Δύση και Ανατολή - συνεχώς επαναλαμβάνουν, ότι, γι’ αυτά που συμβαίνουν στις γυναίκες δεν ευθύνεται το Ισλάμ, ότι το πραγματικό Ισλάμ είναι υπέρ της ισότητας και της ειρήνης και για όλα φταίει η παράδοση και οι κοινωνικές πρακτικές. Επικαλούνται μάλιστα και σχετικά κεφάλαια του Κορανίου. Αν πράγματι έτσι έχουν τα πράγματα, γεννάται ευλόγως το ερώτημα, πως επί τόσους αιώνες το Ισλάμ, ενώ ελέγχει κάθε πτυχή της μουσουλμανικής κοινωνίας, από τις σεξουαλικές σχέσεις μέχρι τη διατροφή, δεν κατάφερε να εξαλείψει τις ανισότητες και τις αδικίες εις βάρος του 50% των πιστών του; Η πραγματικότητα δείχνει ότι οι πιο χειραφετημένες γυναίκες στον κόσμο του Ισλάμ κέρδισαν δικαιώματα, όχι μέσω της θρησκείας, αλλά μέσω των αρχών της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου.

Η πολιτική διαμάχη για τη μαντίλα

Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες εντάσεων και ανταγωνισμών σχετικά με θρησκευτικές και εθνοπολιτικές διαφορές. Ιδιαίτερα, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις από το «Ισλαμικό Κράτος», η ρητορική περί «σύγκρουσης πολιτισμών» και περί «παγκόσμιου εμφύλιου πολέμου», ανάμεσα στις δυνάμεις του πολιτικού Ισλάμ και των δυτικών φιλελεύθερων δημοκρατιών, επανήλθε εντονότερη. Η αντιπαλότητα μεταξύ Ισλάμ και Δύσης έχει αντικαταστήσει τη ρητορική του Ψυχρού Πολέμου.[31] Ιδιαίτερα τα σώματα των γυναικών έχουν γίνει το συμβολικό πεδίο της αντιπαράθεσης. Υπό την πίεση των μεταναστευτικών ρευμάτων και της προσφυγικής κρίσης, η αποσταθεροποίηση των ταυτοτήτων οδηγεί στην ανάδυση των παραδόσεων. Σίγουρα η πιο πολυσυζητημένη ανάδυση, που συνεχίζει να κυριαρχεί στο δημόσιο διάλογο στην Ευρώπη, είναι η μουσουλμανική μαντίλα. Στην Ελλάδα, η συζήτηση αναζωπυρώθηκε, με τη συμμετοχή της μαντιλοφορούσας μαθήτριας στην παρέλαση, κατά την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου 2016.

Η αντιπαλότητα μεταξύ Ισλάμ και Δύσης έχει αντικαταστήσει τη ρητορική του Ψυχρού Πολέμου.

Στη Γαλλία του Βολταίρου, του Ντιντερώ και του Μοντεσκιέ, που θεωρεί τη λαϊκότητα του κράτους ως ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα της Γαλλικής Δημοκρατίας, το θέαμα των μαντιλοφορουσών στα σχολεία, και η διαφαινόμενη τάση μιας αντιδραστικής επιστροφής στις ρίζες, έχει δημιουργήσει εδώ και χρόνια μεγάλη ένταση, ανησυχία και προβληματισμό. Εξ ου και οι ριζοσπαστικές αποφάσεις για τη διάσωση του εκπαιδευτικού συστήματος από τους θρησκευτικούς φανατικούς και τη διατήρηση των σχολείων ως ζωνών ελεύθερων από θρησκείες. Στις 10 Φεβρουαρίου 2004, η Γαλλική Εθνοσυνέλευση με ψήφους 494 υπέρ, έναντι 36 κατά, ψήφισε νόμο για την απαγόρευση της μαντίλας και άλλων θρησκευτικών συμβόλων στα δημόσια σχολεία, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες και τη κριτική ότι το μέτρο περιορίζει τις θρησκευτικές ελευθερίες. Η Επιτροπή, υπό τον πρόεδρό της Bernard Stasi, Συνήγορο του Πολίτη, είχε παρουσιάσει το θέμα της μαντίλας στον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας, ως μέρος της πολιτικής απειλής του Ισλάμ κατά των αξιών του λαϊκού κράτους[32]. Σε αντίθεση με τη Γαλλία, στο Ιράν η μαντίλα (hijab) είναι υποχρεωτική δια νόμου.

Η μαντίλα δεν μπορεί παρά να συμβολίζει την υποταγή των γυναικών στα πατριαρχικά πρότυπα. Οι κατέχοντες την εξουσία ερμήνευσαν το Ισλάμ κατά τον δοκούν, και πάντα με στόχο την τυφλή υπακοή των γυναικών και τον έλεγχο της σεξουαλικότητάς τους. Από τις μουσουλμανικές συνοικίες της Γαλλίας, κάθε τόσο βλέπουν το φως της δημοσιότητας φρικτές ιστορίες γυναικών, που υφίστανται διωγμούς, βιασμούς και βασανιστήρια για «παραστρατήματα», όπως η απάρνηση της ισλαμικής μαντίλας. Το γεγονός όμως ότι το 39% των Γάλλων Μουσουλμάνων υποστήριξαν την απόφαση για την απαγόρευση των θρησκευτικών συμβόλων, ενώ η πλειονότητα καταδικάζει τις τρομοκρατικές ενέργειες των τζιχαντιστών,  δείχνει ότι, μια κρίσιμη μάζα μουσουλμάνων χειραφετείται, απελευθερώνεται, και ετοιμάζεται να ενταχθεί στο ευρωπαϊκό σύστημα αξιών.

Στο Βέλγιο, στις 29 Απριλίου 2010, από τους 138 βουλευτές της Βελγικής Βουλής οι 136 ψήφισαν νόμο που απαγορεύει, σε όλη τη χώρα, τη μαντίλα που κρύβει το πρόσωπο. Ο νόμος, που δεν μιλά ειδικά για την μπούργκα ή το νικάμπ, προβλέπει ότι τα άτομα που θα εμφανίζονται σε δημόσιους χώρους "με το πρόσωπο καλυμμένο μερικώς ή ολικώς και με ρούχα που είναι έτσι φτιαγμένα ώστε να μην είναι αναγνωρίσιμο το άτομο που τα φορά", θα τιμωρούνται με πρόστιμο ή και φυλάκιση από μία έως επτά ημέρες. Ωστόσο, προβλέπονται κάποιες εξαιρέσεις για ρούχα μεταμφιεσμένων κατά την εποχή του καρναβαλιού[33].

Παρόμοια στάση και προβληματισμός επικρατεί στη Βρετανία, στη Δανία, Ιταλία, Ισπανία, Αυστρία και Ολλανδία. Στη Βρετανία, τον Οκτώβρη του 2006, ο τότε υπουργός εξωτερικών Ζακ Στρω ζήτησε από τις γυναίκες που τον επισκέπτονταν στο γραφείο του να αφαιρούν τον niqab. Οι γυναίκες αυτές ήταν πολλές, καθώς ο Jack Straw εκλέγεται βουλευτής στο Blackburn, όπου το 25-30% των κατοίκων είναι μουσουλμάνοι. Σε δηλώσεις του τόνισε, πως σε μια δυτική κοινωνία, όπου οι εκφράσεις του προσώπου έχουν μεγάλη σημασία για την ανθρώπινη επικοινωνία, η ισλαμική μαντίλα δημιουργεί διαχωρισμό και «παράλληλες κοινότητες». Είναι επίσης γνωστό το επεισόδιο με τη δασκάλα που απολύθηκε, γιατί ήθελε να διδάξει παιδιά του Δημοτικού Σχολείου φορώντας niqab[34].

Τι συγκεκριμένα επιδιώκουν οι νέες κυρίως γυναίκες που ξαναφορούν τη μαντίλα;

Την αντίδραση τους στην απαγόρευση της μαντίλας έχουν εκφράσει εκπρόσωποι μουσουλμανικών οργανώσεων, οι σοσιαλιστές του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και ομάδες και παρατηρητήρια υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που τονίζουν ότι κάτι τέτοιο είναι αντίθετο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Οι γυναικείες οργανώσεις είναι διχασμένες. Στη Γαλλία, ενώ τα μέλη της φεμινιστικής οργάνωσης Ni Putes Soumises γιόρτασαν την απαγόρευση, οργανώσεις όπως η «Ομοσπονδία Γονέων-Διδασκάλων», «SOS Ρατσισμός», «Ένα Σχολείο για Όλους», αντέτειναν ότι τα δικαιώματα των γυναικών στην εκπαίδευση και στη θρησκεία παραβιάζονταν. Αρκετές εκτός Γαλλίας οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων των Human Rights Watch, The Islamic Human Rights Commission and Muslim Women Lawyers for Human Rights, συμφώνησαν. Το φαινόμενο της επιστροφής της μαντίλας δεν μπορεί να ερμηνευτεί μόνο με όρους θρησκείας. Τα ερωτήματα είναι πολλά. Τι συγκεκριμένα επιδιώκουν οι νέες κυρίως γυναίκες που ξαναφορούν τη μαντίλα; Υπακοή και υποταγή στη θρησκεία, προάσπιση και προβολή της ιδιαίτερης κουλτούρας, καλυμμένη εχθρότητα απέναντι στις δυτικές αξίες, προσπάθεια να τραβήξουν την προσοχή ή απλός ναρκισσισμός; Δεν είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς, πως πρόκειται για όλα αυτά τα κίνητρα μαζί.[35]

Το ισλαμικό πολιτικό σχέδιο για τον «εξαγνισμό» της Δύσης έχει τις ρίζες του στην Αίγυπτο της δεκαετίας του 1920. Το 1924 μια ρεφορμιστική κυβέρνηση εγκαινίασε ένα σύγχρονο πανεπιστήμιο που επέτρεψε να φοιτούν και γυναίκες. Την ίδια εποχή η Hunda Shaarawi, η πρώτη φεμινίστρια της Αιγύπτου, έβγαλε τη μαντίλα της δημόσια και φωτογραφίες του ακάλυπτου προσώπου της δημοσιεύτηκαν στα πρωτοσέλιδα όλων των εφημερίδων. Ήταν τότε που ο Sayyid Qutb και άλλοι συνέστησαν την πρώτη ισλαμιστική ομάδα, τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Ωστόσο, ο ισλαμισμός ωρίμασε και άρχισε μαζικά να αποκτά οπαδούς κατά τη δεκαετία του 1970, ακριβώς όταν το φεμινιστικό κίνημα άρχισε να αποκτά πολιτική δύναμη στην Ευρώπη και στην Αμερική και να ενισχύεται στα αστικά κέντρα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών. [36]  

Η δημιουργία ενός κοινού παγκόσμιου χώρου ελευθερίας, ειρήνης, ασφάλειας, δικαιοσύνης αποτελεί την πρόκληση του 21ου αιώνα.

Η Μαροκινή κοινωνιολόγος Fatima Mernissi (1987) υποστηρίζει ότι «εκείνο που εξοργίζει τους φανατικούς ισλαμιστές είναι ότι η εποχή της μετααποικιοκρατικής ανεξαρτησίας δεν δημιούργησε μια αποκλειστικά ανδρική νέα τάξη, αφού οι γυναίκες συμμετέχουν σε δημόσιες εκδηλώσεις». Ακόμη και σήμερα στον 21ο αιώνα πολλοί αστικοποιημένοι και μορφωμένοι άνδρες θεωρούν τις σύγχρονες γυναίκες που διαθέτουν διπλώματα και καριέρες σαν τις χειρότερες προδότριες του Ισλάμ. Αυτοί οι ζηλωτές, υποστηρίζει η Mernissi, βλέπουν παντού προσβολές κατά του «αληθινού» Ισλάμ, αλλά σύμφωνα με τα δικά τους μέτρα, οι χειρότερες αιρετικές είναι οι «ακάλυπτες» γυναίκες[37]. Πολλοί βέβαια από αυτή τη γενιά αποτελούν τους σημερινούς ριζοσπάστες κληρικούς που προωθούν τις δικές τους ερμηνείες του ισλαμικού νόμου (sharia) και προτρέπουν σε ιερό πόλεμο (jihad), ως υποχρέωση της πίστης. Ωστόσο, χρειάζεται να τονιστεί, ότι η βία δεν αντιμετωπίζεται με ακόμη περισσότερη βία. Τα αίτιά της, πέραν των πολιτισμικών διαφορών θα πρέπει να αναζητηθούν στις βαθιές οικονομικές ανισότητες και διαιρέσεις του σύγχρονου κόσμου και στην υστέρηση των μουσουλμανικών χωρών έναντι της Δύσης. Η δημιουργία ενός κοινού παγκόσμιου χώρου ελευθερίας, ειρήνης, ασφάλειας, ανάπτυξης, αλληλεγγύης και δικαιοσύνης αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση του 21ου αιώνα.

Συμπεράσματα

  1. Οι απαντήσεις στα ερωτήματα που τέθηκαν αρχικά παραμένουν ανοιχτές. Το παρόν άρθρο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις εκτεταμένες συζητήσεις, τις επιστημονικές μελέτες και τις θεωρητικές αναζητήσεις. Στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, ο κριτικός αναστοχασμός χρειάζεται να συνεχιστεί επί της ουσίας, με στόχο ένα ανανεωμένο, σύγχρονο κοινωνικό συμβόλαιο και ένα πολιτικό όραμα για την κοινωνία του μέλλοντος, που θα εμπνέει, θα χαροποιεί και θα κινητοποιεί τους ανθρώπους.
  2. Είναι επιθυμητή μια κοινωνία ενωμένη στη διαφορετικότητά της. Αποτελεί κοινό τόπο, πως ο πλουραλισμός είναι πηγή πλούτου για τις σύγχρονες ανοιχτές κοινωνίας. Ωστόσο, η διαπίστωση αυτή πρέπει να συνοδεύεται από την αναγνώριση ότι αυτό έχει επίσης κόστος και αρνητικές πτυχές. Η εμπειρία έχει καταδείξει, ότι δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική πρόοδος και οικονομική ανάπτυξη, χωρίς εκσυγχρονισμό και πρόοδο στο επίπεδο των ιδεών και της κουλτούρας. Γι’ αυτό, και οι όποιες προσπάθειες ανανέωσης του κοινωνικού συμβολαίου μέσα σε αυστηρά οικονομικά και τεχνολογικά πλαίσια, διατηρώντας άθικτα τα θεμέλια των παρωχημένων πατριαρχικών κοινωνιών, είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Οι διεργασίες χειραφέτησης των γυναικών και ισότητας των φύλων συνδέονται ευθέως με την ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας και την πρόοδο.
  3. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη δημιουργήσει ένα κοινό πλαίσιο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ένα σύγχρονο κοινωνικό συμβόλαιο για όλους και όλες στην ΕΕ, ανεξαρτήτως εθνικότητας και καταγωγής. Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων προσφέρει το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε αποτελεσματικά και αποφασιστικά να επιλύουμε τις πολιτισμικές ή θρησκευτικές διαφορές, σεβόμενοι την ελευθερία και την ισότητα ανδρών και γυναικών. Η κεντρική θέση που κατέχουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και η ισότητα των φύλων στη Συνθήκη της Λισαβόνας καταδεικνύεται από το γεγονός ότι συμπεριλαμβάνονται στο άρθρο 2, όπου καταγράφονται οι αξίες, βάσει των οποίων οργανώνεται και λειτουργεί η Ένωση.
  4. Ασφαλώς, χρειαζόμαστε μια πολιτική που θα αποτρέπει την εξαφάνιση των πολιτισμών,  αλλά ταυτόχρονα θα κατοχυρώνει τα ατομικά δικαιώματα όσων συμμετέχουν και συμβάλλουν στον πολιτισμό. Ο φεμινισμός και η πολυπολιτισμικότητα έχουν μερικούς κοινούς στόχους, όπως την ισότητα δικαιωμάτων για όλους τους ανθρώπους. Η πολιτισμική ευαισθησία όμως δεν είναι αρκετή. Χρειάζεται να λαμβάνουμε υπόψη τις πρακτικές πλευρές της κουλτούρας, τον τρόπο λειτουργίας του συστήματος που την στηρίζει και να εξετάζουμε αν λειτουργεί δίκαια και για τα δύο φύλα.
  5. Αποτελεί αδήριτη ανάγκη να αντιμετωπιστεί πολιτικά ο θρησκευτικός φανατισμός, του οποίου οι γυναίκες υπήρξαν και παραμένουν τα βασικά θύματά του, και να ληφθούν μέτρα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών, τα οποία προστατεύονται από διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις, δε μπορούν να καταστρατηγούνται με το πρόσχημα θρησκευτικών ερμηνειών, πολιτισμικών παραδόσεων, εθίμων ή νομοθεσιών. Καμία θρησκεία, καμία παράδοση, και κανένα δόγμα δεν μπορεί να βρίσκεται πάνω από τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες.
  6. Οι Ευρωπαϊκές φεμινιστικές οργανώσεις, μέσω του Ευρωπαϊκού Λόμπι Γυναικών, ζητούν από τις κυβερνήσεις να τιμήσουν τις υπογραφές και τις υποσχέσεις τους, για την εφαρμογή της Πλατφόρμας Δράσης του Πεκίνου και ιδιαίτερα της «Σύμβασης του ΟΗΕ για την Εξάλειψη όλων των μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών» και τονίζουν ότι, «σε καμιά περίπτωση το ΕΛΓ δεν αποδέχεται επιχειρήματα του πολιτισμικού σχετικισμού, όταν πρόκειται για δικαιώματα των γυναικών, ότι, δήθεν, η παραβίαση υπαγορεύεται από την πίστη και την κουλτούρα και γι αυτό θα πρέπει να εξαιρούνται από τα ανθρώπινα δικαιώματα».
  7. Οι θέσεις του Rawls, της Susan Moller Okin, του Sartori, του Κάρλ Πόπερ και της Σώτης Τριανταφύλλου, έχουν πολύ μεγάλη αξία για την κατανόηση των σύγχρονων προβλημάτων της πολυπολιτισμικότητας. Ο διάλογος είναι σημαντικός, επειδή δίνει τη δυνατότητα σε ανθρώπους από διαφορετικούς πολιτισμούς να επεξεργαστούν από κοινού προβλήματα αμοιβαίου συμφέροντος. Το επιχείρημα, ότι «οι πολιτισμικές διαφορές θα πρέπει να είναι σεβαστές», δεν είναι από μόνο του δικαιολογία. Ο διάλογος και η συνύπαρξη των πολιτισμών πρέπει να πηγαίνει πέρα από το στερεότυπο «να σεβόμαστε τις πολιτισμικές διαφορές», και να υποβάλει όλες τις υπάρχουσες πολιτισμικές παραδόσεις σε στοχαστική κριτική, αναγνωρίζοντας ότι κανένας πολιτισμός δεν έχει το μονοπώλιο στις καλές ιδέες και κανένας δεν είναι υπεράνω κριτικής.
  8. Χρειάζονται αναθεωρήσεις και βαθιές αλλαγές στα συστήματα των αξιών μας, πάνω στα οποία έχει οικοδομηθεί ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός, που θεοποιεί τον υλικό πλούτο, που αναπαράγει και ανέχεται τις διακρίσεις, τις ανισότητες, τον κοινωνικό δαρβινισμό, το ρατσισμό και τη βία. Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χωρίς καμιά διάκριση λόγω φύλου, φυλής, εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, θρησκείας, ηλικίας, ή σεξουαλικού προσανατολισμού αποτελεί όρο εκ των ων ουκ άνευ για την ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων, την καταπολέμηση της βίας και την οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική πρόοδο.

[1] Αν. Παναγίδης, Αν, (2004), «Οι επιταγές της πολυπολιτισμικότητας στη σύγχρονη πολιτότητα και ο ρόλος της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης», Ομιλία στο Συμπόσιο «Ποιός Ενεργός Πολίτης σε Ποιά Δημοκρατική Κοινωνία», Παγκύπριο Συμβούλιο Ειρήνης, 24.12.2004. Βλ. Jurgen Habermas, Ο Μεταεθνικός Αστερισμός, 2003, εκδ. Πόλις

[2] Richard Wolin, (2010), “The Idea of Cosmopolitanism: from Kant to the Iraq War and beyond”, History Program, The Graduate Center, City University of New York, NY, USAΟ.  

[3] Παναγ.Ιωακειμίδης, (2004), «Ισλαμοποίηση ή μήπως Εξευρωπαϊσμός;», εφημ. Τα Νέα, 15.10.04

[4] UNESCO Universal Declaration on Cultural Diversity, Παρίσι, 2 Νοεμβρίου 2001

[5]Αρ. Χατζής, 2007, “Υπάρχουν όρια στην πολυπολιτισμικότητα;”

(Ομιλία που διοργάνωσε η Φιλελεύθερη Συμμαχία στις 12/5/2007 – streaming audio)

[6] Η θεμελίωση της αντίληψης περί Ανοιχτής Κοινωνίας αντλεί τη λογική και τα επιχειρήματά της από τις επιστημολογικές αντιλήψεις του Πόπερ (1902-1994). Θεμελιώθηκε στις δεκαετίες του 1930-1950.

[7] Brenda Bhandar Bh., (2006), “Beyond Pluralism: contesting multiculturalism through the recognition of plurality” Workshop Report, The School of Law, King’s College London, 17.11.06

[8] Βλ. Σώτη Τριανταφύλλου, 2014, Πλουραλισμός, Πολυπολιτισμικότητα, Ενσωμάτωση, Αφομοίωση, εκδ. Πατάκη

[9] Giovanni Sartori, 2015, Η Δημοκρατία σε 30 Μαθήματα, εκδ. Μελάνι

[10] Brenda Bhandar Bh., (2006), “Beyond Pluralism: contesting multiculturalism through the recognition of plurality” Workshop Report, The School of Law, King’s College London, 17.11.06

[11] Πασχάλης Κιτρομηλίδης, Π., (2010), «Η Εθνική Ταυτότητα ως δίλημμα και ως Προοπτική», Καθημερινή, 31.01.10. Ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης είναι καθηγητής πολιτικής επιστήμης του ΕΚΠΑ.

[12] Κώστας Παπαχρήστος, (2007)«Η Διαλεκτική Διαδικασία στον Διαπολιτισμικό Διάλογο: μια εναλλακτική πρόταση με βάση τον εποικοδομητισμό (κονστρουκτιβισμό)», στο

«Φύλο και Διαπολιτισμικότητα στο Ολοήμερο Δημοτικό Σχολείο», Επιστημονικό Βήμα, τ. 6, Μάρτιος 2007

[13] Mudhavi Sunder (2006), “the New Enlightenment: How Muslim Women are Bringing Religion and Culture out of the Dark Ages”, Workshop Report, The School of Law, King’s College London, 17.11.06

[14] Will Kymlicka, (1995) Multicultural Citizenship: A Liberal Theory of Minority Rights, Oxford: Oxford University Press.

[15] W.Kymlicka, (1989) Liberalism, Community and Culture, Oxford: Clarendon         

[16] Brian Barry, (2000), Culture and Equality: An Egalitarian Critique of Multiculturalism, Polity

[17] Susan  Moller-Okin, (1999) “Is Multiculturalism Bad for Women?”, originally published in Boston Review, Oct.-Nov 1997

[18] Βλ. Συμφωνία 2000/483/ΕΚ εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που υπογράφηκε στην Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000.

[19]European Parliament (2014), Resolution of 6 February 2014 on the Commission communication entitled ‘Towards the elimination of female genital mutilation’ (2014/2511(RSP)

[20] Βλ. Άννα Καραμάνου, 2011, άρθρο “ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑ, ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ & ΙΣΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ”, στο συλλογικό τόμο, Διαπολιτισμικότητα και Θρησκεία στην Ευρώπη, μετά την επικύρωση της Συνθήκης της Λισαβόνας, εκδόσεις Ίνδικτος, σελ. 209-238)

[21] European Women’s Lobby, (2006), “Religion and Women’s Human Rights”, Position paper, adopted 27.05.06

[22] Berkowitz Peter, 1999, “Feminism vs Multiculturalism?”, The Weekly Standard

[23] Bhaba, H.K. (1999) “Liberlism’s Sacred Cow”, pp 79-84, in Susan Moller Okin Is Multuculturalism Bad for Women? ed. Joshua Coen, Mathew Howard and Martha C. Nussbaum, Princeton University Press

[24] Martha Nussbaum, (1999), “A Plea for Difficulty”, pp 105-14, in Susan Moller Okin, “Is Multiculturalism Bad for Women?” ed. Joshua Coen, Mathew Howard and Martha C. Nussbaum, Princeton University Press

[25] Ann Cryer, βουλευτίνα των Εργατικών 1994-2010. Αγωνίστηκε κατά των εγκλημάτων τιμής και των καταναγκαστικών γάμων.

[26] Bernard Lewis , (2004), The Crisis of Islam, Phoenix, London

[27] Βλ. Inglehart R. & Pippa Norris, (2003), “The True Clash of Civilizations”, Foreign Policy, March/April 2003

[28] Weiner Lauren, “Islam and Women-Choosing the Veil and other paradoxes”, Policy review, October-November 2004

[29] Το Ιερό Κοράνιο, 2002, εκδ. Κάκτος

[30]Βλ. Χρήστος Χαλαζίας, (2001), Το Πολιτικό Ισλάμ,   εκδ. Δόμιος, σ. 45-49

[31] Seyla   Benhabib, (2010), “The Return of Political Theology”, Philosophy & Social Criticism, vol. 36 nos 3-4, pp 451-471

[32]'Laïcité et égalité, leviers de l'émancipation' by Henri Peña-Ruiz, Le Monde diplomatique, February 2004, page 9

[33] http://www.bbc.com/news/world-europe-13038095

[34] Χατζής Αρ. 24.5.2007, «Τα όρια της Πολυπολιτισμικότητας», e-rooster.gr.

[35] Seyla   Benhabib, (2010), “The Return of Political Theology”, Philosophy & Social Criticism, vol. 36 nos 3-4, pp 451-471

[36] Lauren Weiner, (2004), “Islam and Women-Choosing the Veil and other paradoxes”, Policy review, October-November 2004

[37] Fatima Mernissi, (1987), Beyond the Veil:Male-Female Dynamics in Modern Muslim Society, Indiana University Press, revised edition 1987. Βλ. και, Άννα Καραμάνου, 2014, Η Ευρώπη και τα Δικαιώματα των Γυναικών. Ο εξευρωπαϊσμός σε Ελλάδα και Τουρκία, εκδ. Παπαζήση, σελ. 402-403


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Gauguin, Paul (1849-1903) Turgaus diena

 

Καραμάνου, Άννα

Η Άννα Καραμάνου είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1997-2004). Εκλέχτηκε στο προεδρείο της Ομάδας των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών (PES) και Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων. Εργάστηκε για 23 χρόνια στον ΟΤΕ, όπου ανέπτυξε συνδικαλιστική και φεμινιστική δράση, καθώς και ως εμπειρογνώμων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πολιτική ισότητας των φύλων. Σπούδασε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και είναι κάτοχος α) πτυχίου Ελληνικής και Αγγλικής Φιλολογίας, β) μεταπτυχιακού Ευρωπαϊκών και Διεθνών Σπουδών και 3) Διδακτορικού Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης.
Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης, Ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος του Πολιτικού Συνδέσμου Γυναικών. Έχει πάρει το βραβείο Ιπεκτσί για συμβολή στην Ελληνοτουρκική προσέγγιση (1999).
Το βιβλίο της, Η Ευρώπη και τα Δικαιώματα των Γυναικών. Ο εξευρωπαϊσμός σε Ελλάδα και Τουρκία – συγκριτική ανάλυση, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση.