Παρασκευή, 23 Φεβ 2018

Ομιλία Ντ. Μπακογιάννη στην εκδήλωση «Με αφορμή το όνομα.Συγκυρία και στρατηγική στα Βαλκάνια»

άρθρο της:

Τα Βαλκάνια είναι μια πολύπαθη γειτονιά της Ευρώπης. Οι συγκρούσεις της δεκαετίας του ’90 έληξαν με μια σειρά «ενδιάμεσων» συμφωνιών: Dayton, Αχρίδα, 1244, Ενδιάμεση Ελλάδας-Σκοπίων. Πέρασαν 20 χρόνια και οι προσωρινές συμφωνίες ακόμα δεν αντικαταστάθηκαν από οριστικές λύσεις. 

Στο μεταξύ, οι παγκόσμιες ισορροπίες άλλαξαν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει πλέον μια μακρά σειρά δικών της προκλήσεων: η οικονομική κρίση, η καθυστέρηση της ενοποίησης και της εμβάθυνσης, η κόπωση της διεύρυνσης και το Brexit απασχολούν τους Ευρωπαίους την τελευταία δεκαετία. Παράλληλα, οι ΗΠΑ, που παραδοσιακά ήταν ο αποφασιστικός παίκτης στην περιοχή, διέρχονται φάση έντονης εσωστρέφειας και αναζήτησης. 

Η αδιαφορία Ευρώπης και Αμερικής για την τύχη των Βαλκανίων τα τελευταία χρόνια, δημιούργησε κενό ισχύος. Αυτό το κενό επιχείρησαν να καλύψουν αναθεωρητικές δυνάμεις μέσω μιας άνευ προηγουμένου δραστηριοποίησης στην περιοχή. 

Πρώτη επιχείρησε η Τουρκία, με αιχμή του δόρατος το κοινωνικό Ισλάμ. Χωρίς καθυστέρηση, χρησιμοποίησε μεθόδους των Αδελφών Μουσουλμάνων, δηλαδή δημιουργία κοινωνικών δομών, σχολείων και νοσοκομείων, με στόχο τη συστηματική διείσδυση στις τοπικές κοινωνίες. Ταυτόχρονα, χρηματοδοτεί κόμματα, προσπαθώντας να αποκτήσει πολιτικά ερείσματα στα Δυτικά Βαλκάνια, αν και με πενιχρά ως τώρα αποτελέσματα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το κόμμα Μπέσα στα Σκόπια και το Βετεβεντόσιε στο Κόσοβο.

Δεύτερος παίκτης η Ρωσία. Για να είμαι ακριβής, η Μόσχα διαδραματίζει ρόλο spoiler, προσπαθώντας να διατηρήσει τα προγεφυρώματά της. Παράλληλα, επιδιώκει τη συντήρηση των εστιών αναταραχής, στην προσπάθεια να πετύχει τη λεγόμενη «εξισορρόπηση» των δυτικών παρεμβάσεων σε χώρους ρωσικών ζωτικών συμφερόντων, όπως είναι η Ουκρανία και ο Καύκασος.

Το Βουκουρέστι έγινε μια φορά. Εάν το απεμπολήσουμε η ελληνική εξωτερική πολιτική θα αναγκαστεί να αποδεχτεί μια ήττα.

Τρίτος παίκτης η Κίνα. Η διείσδυσή της στις υποδομές, τους οδικούς και σιδηροδρομικούς άξονες αναδιαμορφώνει τις οικονομικές και γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή. Στην ουσία, το Πεκίνο προσπαθεί να υποκαταστήσει την απουσία ευρωπαϊκών επενδύσεων.

Κυρίες και κύριοι,

Όταν συζητάμε για τα Δυτικά Βαλκάνια, συχνά εστιάζουμε στους εξωτερικούς παράγοντες που διαμορφώνουν την κατάσταση. Εκτιμώ ότι πρέπει να εξετάσουμε και το εσωτερικό σκηνικό των χωρών. Από τη δεκαετία του ‘90, έχουν επέλθει μεγάλες αλλαγές στις βαλκανικές χώρες. Οι προσδοκίες των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων έχουν ατονήσει. Έχουν πια αντικατασταθεί από τον κυνισμό μιας νέας γενιάς που μεγάλωσε με ανεπαρκείς και διεφθαρμένες ηγεσίες. Μιας γενιάς που γαλουχήθηκε με μια δημοκρατία αμφίβολης ποιότητας, σε κοινωνίες όπου κυριαρχούσε το οργανωμένο έγκλημα. Το ευρωπαϊκό όνειρο των Δυτικών Βαλκανίων έχει πλέον ξεθωριάσει, έστω και αν όλοι ξέρουν ότι η ευρωπαϊκή προοπτική αποτελεί μονόδρομο.

Η ανάδειξη της θρησκείας σε παράγοντα διαμόρφωσης εξελίξεων αποτελεί πρωτόγνωρο φαινόμενο σε μια περιοχή όπου, μέχρι τώρα, κυριαρχούσαν ο εθνικισμός και ο λαϊκισμός. Ειδικότερα στον αλβανικό χώρο, η εργαλειοποίηση της θρησκείας σηματοδοτεί κοσμογονική αλλαγή, καθώς υποσκάπτει τα ίδια τα θεμέλια του αλβανικού εθνικισμού και της παραδοσιακά ανεξίθρησκης αλβανικής εθνικής ταυτότητας. Σε αυτό το σημείο θέλω να τονίσω ότι έρχεται συμφωνία με την Αλβανία η οποία μας προβληματίζει με βάση τις πληροφορίες που έχουμε. Αυτό, άλλωστε, αποτελεί προϊόν της επιρροής της Τουρκίας, όπου ο Ερντογάν έχει αναδείξει το Ισλάμ σε βασικό συστατικό της τουρκικής ταυτότητας. Ακόμη, στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη η κατάσταση είναι διαφορετική, καθώς η μία συνιστώσα εθνότητα χαρακτηρίζεται στη βάση της μουσουλμανικής της ταυτότητας.

Η οικονομική δυσπραγία και η ανασφάλεια δημιουργούν στις βαλκανικές κοινωνίες αντισυστημικά αντανακλαστικά. Έτσι, οι πολίτες στρέφονται εναντίον των κυβερνήσεών τους, αλλά και εναντίον των ευρωπαϊκών θεσμών. Τους κατηγορούν για ανοχή έναντι των τοπικών ελίτ και των απερίγραπτων μεθόδων διακυβέρνησης που εφαρμόζουν.

Επιγραμματικά, λοιπόν:

Η Βοσνία είναι σχεδόν αποτυχημένο κράτος, με τους Σερβοβόσνιους να εγείρουν διαρκώς θέμα απόσχισης. Το Κόσοβο παλεύει να σταθεί όρθιο, τη στιγμή που φιλοξενεί εστίες τζιχαντιστών. Η Σερβία ισορροπεί ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Το Μαυροβούνιο μαστίζεται από τη διαφθορά και η Αλβανία εξελίσσεται σε διεθνές κέντρο παραεμπορίου, με τα πάθη του μεγαλοϊδεατισμού να βρίσκονται σε έξαρση. 

Κυρίες και κύριοι,

Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση πληρώνει το τίμημα της πολιτικής που ακολούθησε τα τελευταία 20 χρόνια στα Βαλκάνια, δηλαδή σταθερότητα σε βάρος της δημοκρατίας. Αυτή η πολιτική ανταποκρινόταν στη μεταπολεμική πραγματικότητα της δεκαετίας του ’90. Όμως, με την πάροδο του χρόνου, κατέστη αντιπαραγωγική, οδηγώντας στα σημερινά αδιέξοδα. Ενώ η μεταπολεμική σκηνή σταθεροποιείτο και οι προσδοκίες του πληθυσμού μετατοπίζονταν από την επιδίωξη ειρήνης προς την επιδίωξη δημοκρατίας, κράτους δικαίου και οικονομικής προόδου, η Ευρώπη δεν μετέβαλε την πολιτική και τους στόχους της.

Οφείλει, λοιπόν, να αναλάβει τις ευθύνες της λαμβάνοντας υπόψη τη βαλκανική πραγματικότητα. Ταυτόχρονα, η ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως μέσο σταθεροποίησης των ασταθών χωρών. Αντιθέτως, πρέπει να είναι το τέλος μιας πορείας σταθεροποίησης που επιτυγχάνεται με στήριξη της δημοκρατίας και με οικονομική ανάπτυξη. Εξάλλου, η Ευρώπη δεν πρέπει να κάνει εκπτώσεις σε θέματα αξιών και κράτους δικαίου, ούτε να στηρίζει ηγεσίες που τα παραβιάζουν κατά συρροή. Πολύ περισσότερο δε που οι δεσμοί οργανωμένου εγκλήματος και πολιτικής εξουσίας στην περιοχή είναι ισχυροί. 

Κυρίες και κύριοι,

Δεν έχουμε την πολυτέλεια να κλείνουμε τα μάτια σε μια «μαύρη τρύπα» στην καρδιά της Ευρώπης. Είναι ζωτικής σημασίας να αφήσουμε στο παρελθόν τις βαλκανικές διενέξεις. Πρέπει τα γειτονικά μας κράτη να γίνουν βιώσιμα και λειτουργικά και να οικοδομήσουν σχέσεις καλής γειτονίας με όλους.

Κι εδώ έρχομαι στην αφορμή της αποψινής εκδήλωσης. Θέλω κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσω ότι η Νέα Δημοκρατία υποστήριζε και υποστηρίζει την ενσωμάτωση των Σκοπίων στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Η γειτονική χώρα ταλανίζεται από εσωτερικές εθνοτικές συγκρούσεις και ο κίνδυνος αποσύνθεσής της είναι υπαρκτός. Συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις ενισχύουν τον αλβανικό εθνικισμό στα χωριά των αλβανόφωνων κατοίκων. Άλλοι πάλι υποδαυλίζουν τα πάθη για την πάλαι ποτέ βουλγαρική πολιτισμική συνείδηση των σλαβόφωνων Σκοπιανών. Αν επικρατήσουν οι ακραίες φωνές στα Σκόπια, είτε οι προσκείμενες στην Αλβανία είτε οι προσκείμενες στη Βουλγαρία, η αναδιάταξη του βαλκανικού χάρτη ίσως να είναι αναπόφευκτη, με ολέθριες συνέπειες για την ασφάλεια της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Άλλωστε, πάντα υπάρχει ο κίνδυνος τρίτες χώρες, όπως η Τουρκία, να χρησιμοποιήσουν τα Σκόπια ως εστία αποσταθεροποίησης της περιοχής.

Όμως δεν μπορούμε να συνηγορήσουμε στην ένταξη των γειτόνων μας, πρώτα στο ΝΑΤΟ και ύστερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να έχουν λυθεί τα διμερή προβλήματα. Προβλήματα που υπερβαίνουν το όνομα και περιλαμβάνουν αλυτρωτισμό, προκλήσεις και μη τήρηση των αρχών καλής γειτονίας. 

Το 2008, η τότε κυβέρνηση διαμόρφωσε την εθνική γραμμή εξασφαλίζοντας τη στήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των κοινοβουλευτικών δυνάμεων. 

Όμως τι έγινε τον Ιούνιο του 2007 όταν έγινε αυτή η σύσκεψη για την οποία μίλησε πριν ο κ. Σαββαΐδης; Αυτό το οποίο έγινε είναι ότι είχαμε όλες τις πληροφορίες και τη βεβαιότητα ότι με το που θα έμπαιναν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ με το όνομα FYROM την άλλη μέρα το πρωί θα κατέθεταν αίτηση στον ΟΗΕ και από ‘κει και πέρα 25 χρόνων δουλειά της ελληνικής διπλωματίας θα είχε χαθεί. Η απόφαση για την κυβέρνηση δεν ήταν εύκολη, ήταν δύσκολη. Ήταν δύσκολη γιατί είχαμε απόλυτη συναίσθηση και των δεδομένων και της ισχυρότατης βούλησης των ΗΠΑ αλλά και πολλών άλλων εταίρων να εισέλθουν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ, à tout prix όπως λένε οι φίλοι μας οι Γάλλοι. Πήραμε λοιπόν μια πολύ δύσκολη απόφαση. Την πήραμε όμως με την στρατηγική την οποία σας είπε πριν ο κ. Σαββαϊδης αλλά και με την απόφασή μας, ακόμα και μόνοι να πούμε ότι δεν δεχόμαστε, και νομίζω ότι αυτό είναι η ειδοποιός διαφορά. Γι’ αυτό πείσαμε. Δεν θα ξεχάσω όταν ήμασταν στο Βουκουρέστι, στις 6 το πρωί έρχεται ο κ. Σαββαϊδης και μου λέει: «αντιλαμβάνεστε κ. υπουργέ ότι αν τίποτα από όλα αυτά δεν πετύχει, μέχρι στιγμής (50 χρόνια ΝΑΤΟ) δεν έχει βρεθεί ποτέ χώρα να πει ΟΧΙ στο ΝΑΤΟ. Λέω το αντιλαμβάνομαι αυτό κ. πρέσβη και είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό. Τελικώς δεν μείναμε μόνοι. Ήμασταν 7 χώρες και 7 Πρωθυπουργοί και 7 Υπουργοί Εξωτερικών, οι οποίοι στάθηκαν στο πλευρό της Ελλάδος γι’ αυτό και η απόφαση του Βουκουρεστίου ήταν ομόφωνη και θεωρώ πως είναι ένα πολύ μεγάλο κεκτημένο. Γιατί είναι κεκτημένο; Γιατί σήμερα πράγματι ο κ. Τσίπρας έχει τη δυνατότητα να ξαναδιαπραγματευτεί με άλλους όρους. Με έναν Zάεφ ο οποίος δείχνει σημάδια, δείχνει δείγματα γραφής διαφορετικά από αυτά με τα οποία εμείς έπρεπε να διαπραγματευτούμε. Είχαμε να διαπραγματευτούμε με τον Γκρουέφσκι την πορεία του οποίου φαντάζομαι την έχετε όλοι παρακολουθήσει.

Γιατί όμως ανησυχώ πάρα πολύ για κατάσταση έτσι όπως διαμορφώνετε σήμερα; Διότι ευθέως σας λέω και το πιστεύω βαθύτατα, ότι η διαπραγμάτευση αυτή τη στιγμή ξεκινάει με διαφορετικούς στόχους από αυτούς που είχαμε εμείς όταν διαπραγματευόμασταν το 2008. Εμείς διαπραγματευόμαστε με έναν στόχο ή να πείσουμε τους εταίρους μας ότι δεν πρέπει η ΠΓΔΜ να μπει στο ΝΑΤΟ και να έχουμε ομόφωνη απόφαση ή να λύσουμε το θέμα με τους όρους τους οποίους είχαμε βάλει. Σήμερα η κυβέρνηση προσέρχεται στη διαπραγμάτευση με τελείως διαφορετικές συνθήκες. Πρώτον, διαπραγματεύεται μόνη της, διαπραγματεύεται ερήμην της υπόλοιπης βουλής των Ελλήνων, των πολιτικών δυνάμεων, των πολιτικών κομμάτων κτλ. Ενδεχομένως και λόγω βιωμάτων να θεωρεί ότι είναι πολύ εύκολη η διαπραγμάτευση με τα Σκόπια, και άρα αφού είναι πολύ εύκολη η διαπραγμάτευση θα πάρει μόνη της τα εύσημα της όποιας λύσης. Αυτή είναι η καλή εκδοχή. Υπάρχει όμως και η δεύτερη, η οποία ήταν οφθαλμοφανής από την αρχή. Υπήρχε ένας εσωτερικός πολιτικός στόχος, ο οποίος ήταν να δημιουργήσει πρόβλημα στη ΝΔ. Σου λέει αυτοί θα φαγωθούν μεταξύ τους για το θέμα και άρα εγώ θα είμαι κερδισμένος. Αυτό το χατίρι δεν το κάναμε και έτσι βρίσκεται η κυβέρνηση σήμερα απέναντι σε ένα πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα, το οποίο θέλω να το αναφέρω γιατί μου δημιούργει έντονο προβληματισμό. Η κυβέρνηση δεν έχει μια γραμμή αλλά υπάρχει η γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ και η γραμμή των Ανεξάρτητων Ελλήνων, οι οποίες είναι εκ διαμέτρου αντίθετες. Η ρητορική της κυβέρνησης με το καλημέρα σας δημιούργησε μια τεράστια αμφισβήτηση στον ελληνικό λαό για την ικανότητά της να διαπραγματευτεί.

Κυρίες και κύριοι θα το πω ευθέως. Γιατί το 2008 επί 9 μήνες που διαπραγματευόμασταν εμείς που είχα μιλήσει ανοιχτά στη βουλή, είχα δώσει συνεντεύξεις, τα έλεγα όλα αυτά urbi et orbi, γιατί τότε δεν υπήρξε κανένα συλλαλητήριο. Γιατί δεν υπήρξε κανείς ο οποίος να αμφισβητήσει τη θέση της κυβέρνησης εκείνη την εποχή; Κατά τη γνώμη μου τα πράγματα είναι απλά. Δεν υπήρξε αμφισβήτηση γιατί δεν αμφέβαλλε κανείς ούτε για το τι ήθελε να κάνει η κυβέρνηση, ούτε που θέλει να πάει, ούτε ποιος είναι ο στόχος της. Σήμερα ο ελληνικός λαός αμφισβητεί την κυβέρνηση Τσίπρα και ως προς την ικανότητα της να διαπραγματευτεί – γιατί κάθε φορά που διαπραγματεύτηκε το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης κυμαίνεται από 2,5 δισ στην καλύτερη περίπτωση, σε καμιά 35αρια στη χειρότερη - και διότι ο πρωθυπουργός και το υπουργείο εξωτερικών διαπραγματεύονται ερήμην της υπόλοιπης πολιτικής ηγεσίας. Αυτό δημιουργεί ερωτήματα στον Έλληνα πολίτη ο οποίος ταπεινωμένος από όλα αυτά τα χρόνια των μνημονίων έχει φτάσει στο αμήν, αντιδρά και δεν εμπιστεύεται.

Θέλω λοιπόν να επαναλάβω, ότι η λύση του θέματος των Σκοπίων πρέπει να είναι ολοκληρωμένη. Θα είναι μείζον λάθος εάν αλλάξουμε το FYROM με το όποιο σύνθετο όνομα αποφασιστεί και να μείνουμε σε αυτό. Διότι δεν έχουμε λύσει κανένα από τα άλλα ζητήματα. Θέλουμε μια λύση erga omnes που σημαίνει χρήση έναντι όλων, εσωτερικά, πολυμερώς, διμερώς και σημαίνει ότι θα αλλάξει το σύνταγμα σε δύο τουλάχιστον κρίσιμα άρθρα, το προοίμιο και αυτό το οποίο αναφέρεται στις μειονότητες. Υπάρχει λύση σε αυτό μη προσβλητική για τα Σκόπια; Ναι υπάρχει. Και θέλω να ελπίζω ότι θα την βρει η ηγεσία του Υπεξ. Εάν πραγματικά θέλει να λύσει το θέμα. Πάντως εάν αφήσει ουρές, εάν μπουν στο ΝΑΤΟ, εάν χαθεί το κεκτημένο του Βουκουρεστίου και αφήσουμε και την ΕΕ και τα κεφάλαια και όλα αυτά τα οποία πολλοί αρχίζουν και λένε, χωρίς λύση πακέτο τότε το παιχνίδι θα χαθεί και τότε στα αναμφισβήτητα λάθη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής θα προστεθεί και ένα το οποίο δεν θα μπορεί να διορθωθεί. Άκουσα τον Έλληνα πρωθυπουργό σήμερα για δεύτερη φορά τις τελευταίες 15 μέρες, να μιλάει για αλλαγή συντάγματος. Τους πρώτους 6 μήνες που γινόταν η διαπραγμάτευση αυτό δεν είχε ακουστεί από ελληνικής πλευράς. Θέλω να ελπίζω ότι η θέση που εκφράζουν όλα τα άλλα κόμματα πλην του ΣΥΡΙΖΑ θα τους έχει κάνει πιο προσεκτικούς. 

Κλείνω λέγοντας μία φράση για το λαϊκισμό. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έλεγε ότι δεν μπορείς να ασκείς εξωτερική πολιτική κοιτάζοντας προς το εσωτερικό της χώρας. Αυτή είναι η πραγματικότητα και σας το λέω εντίμως, παρακολουθώ το σκοπιανό από το 1990, είναι πολύ δύσκολο θέμα στη διαχείρισή του. Θυμάμαι τον Ανδρέα Παπανδρέου να λέει ότι θα κάνει την κυβέρνηση της Μακεδονίας το 1993. Θυμάμαι ανθρώπους οι οποίοι προσπαθούσαν να επενδύσουν πάνω στο γνήσιο συναίσθημα του ελληνικού λαού και σήμερα που μιλάμε παρακολουθώ τον κ. Τσίπρα να έχει σαν στόχο το εσωτερικό πολιτικό μέτωπο και όχι την υπεράσπιση του θέματος. Δεν μπορούμε έτσι να πάμε μπροστά. Εάν κάθε φορά, για οποιοδήποτε θέμα, το εσωτερικό πολιτικό μας θέμα είναι πρώτο και η επίλυση του θέματος είναι δεύτερη, τότε αυτό το πρόβλημα θα μας ταλανίζει ακόμα και στις επόμενες γενιές. Αλλά πιστέψτε με πολλές ευκαιρίες στην εξωτερική πολιτική δεν υπάρχουν. Το Βουκουρέστι έγινε μια φορά. Εάν σήμερα το απεμπολήσουμε η ελληνική εξωτερική πολιτική θα αναγκαστεί να αποδεχτεί μια ήττα, μια εθνικώς αναξιοπρεπή λύση.


* Το κείμενο βασίζεται στην ομιλία της Ντόρα Μπακογιάννη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών «Με αφορμή το όνομα. Συγκυρία και στρατηγική στα Βαλκάνια» που πραγματοποιήθηκε στις 12.2.2018 στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία.

Στη συζήτηση συμμετείχαν επίσης:

Ευάγγελος Βενιζέλος, πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, πρώην Υπουργός Εξωτερικών (διαβάστε την ομιλία, εδώ)

Δημήτρης Καραϊτίδης, Πρέσβυς ε.τ. (διαβάστε την ομιλία εδώ)

Γιώργος Σαββαΐδης, Πρέσβυς ε.τ. (διαβάστε την ομιλία εδώ) 

Βασίλης Κ. Γούναρης, Καθηγητής Ιστορίας Νεοτέρων Χρόνων, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (διαβάστε τη ομιλία εδώ)

Κωνσταντίνα Μπότσιου, Αναπλ. Καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου (διαβάστε την ομιλία, εδώ) 

Τη συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος Παντελής Καψής (παρακολουθείστε την τοποθέτηση, εδώ)

 

12.2.2018, Ομιλία Ντ. Μπακογιάννη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών from Evangelos Venizelos on Vimeo.

 

Μπακογιάννη, Ντόρα

Ντόρα Μπακογιάννη http://www.dorabak.gr/