Εμφάνιση άρθρων βάσει ετικέτας: Κράτος, Θεσμοί & Πολιτικό Σύστημα

Ο καθηγητής κ. Άρης Σισσούρας, με την παρέμβασή του, συνεχίζει τη συζήτηση για τις μεταρρυθμίσεις στην Υγεία που ξεκίνησε με τα άρθρα των κ.κ. Δερβένη & Βογιατζή και των κ.κ. Μπαλασόπουλου & Κυριόπουλου, προσθέτοντας το ζήτημα της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων: «Το Διακύβευμα βρίσκεται στην Υλοποίηση των Μεταρρυθμίσεων και τους Παράγοντες που ρυθμίζουν την Εφαρμογή τους και δεν αρκεί μόνο ο Προσδιορισμός του Είδους των Αλλαγών» τονίζει ο κ. Σισσούρας, και παραθέτει τα έξι «μαθήματα» πολιτικής υγείας που μπορεί να αποτελέσουν τον «οδικό χάρτη» για τη χάραξη νέων πολιτικών επανασυγκρότησης του συστήματος υγείας της χώρας.

O Ανέστης Αντωνιάδης εξετάζει την κατάσταση στην κεντροαριστερά σήμερα σημειώνοντας πως «η κοινωνία αδιαφορεί για τους «κεντροαριστερούς», όταν αυτοί αδιαφορούν γι’ αυτήν». Ο συγγραφέας τονίζει πως «ο πολίτης και κυρίως ο κεντροαριστερός, κουράστηκε, τον κουράσαμε και θέλει πλέον ξεκάθαρες λύσεις και κυρίως ξεκάθαρες προτάσεις» και επισημαίνει πως «το να πάμε σε ένα μοντέλο ΣΥΡΙΖΑ με συνιστώσες, μόνο και μόνο να κρατήσουμε τα κομματίδια μας και την υποτιθέμενη αυτοτέλεια μας είναι στρατηγικό λάθος και πρέπει να το αντιληφθούμε άπαντες» Δύο λύσεις προκρίνει ο συγγραφέας: «ή ΠΑΣΟΚ ή μια λύση σαν το Έπινε του Μιτεράν: όλα από την αρχή από μηδενική βάση».

Ο Χαράλαμπος Ανθόπουλος εξετάζει τις προοπτικές της εκλογικής μεταρρύθμισης, τονίζοντας ότι «οι εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου 2015 επιβεβαίωσαν ότι το ισχύον εκλογικό σύστημα δεν έχει από μόνο του τη δύναμη να επαναμετατρέψει το νέο εκλογικό σύστημα που δημιουργήθηκε μετά το 2012 από πολυκομματικό σε δικομματικό, μπορεί ωστόσο να διασφαλίσει τον σχηματισμό μιας Κυβέρνησης συνασπισμού, όπου το πρώτο κόμμα θα διαθέτει χάρις στο bonus των 50 εδρών μια δεσπόζουσα θέση». Ο συγγραφέας εκτιμά πως «η Κυβέρνηση θα αναλάβει την πρωτοβουλία αλλαγής του εκλογικού νόμου μόνο αν είναι βέβαιη ότι με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο θα χάσει σίγουρα τις επόμενες εκλογές».

Ο Κοσμάς Βαρσάμης εκκινώντας από την παραδοχή πως ότι «ότι δεν εξελίσσεται, πεθαίνει» και τοποθετώντας την Δημοκρατική Παράταξη στον ιστορικό χρόνο, θέτει το θέμα της ανασυγκρότησης της Δημοκρατικής Παράταξης. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, με την εξαΰλωση του μεγαλύτερου μέρους των εκλογικών ποσοστών του ΠΑΣΟΚ, λόγω της κρίσης, «άνοιξε ο διάλογος για το μέλλον της παράταξης». Αναφερόμενος στο εγχείρημα της ελιάς, υπενθυμίζει πως πολεμήθηκε ανελέητα από γνωστούς –αγνώστους «εικονοκλάστες ενδεδυμένοι το μανδύα του εικονολάτρη», και τονίζει πως τώρα είναι «χρέος μας να εκφράσουμε μια καινοτόμο πρόταση που να εκφράζει τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και του προοδευτικού κέντρου».

O Νίκος Τσολακίδης περιγράφει το τέρας του λαϊκισμού που «διατρέχει διαχρονικά όλες τις ιστορικές περιόδους» και, όπως τονίζει, «όσοι πολιτικοί προσπάθησαν να το εξοντώσουν λοιδορήθηκαν, προπηλακίστηκαν, ήρθαν αντιμέτωποι με τον πολιτικό τους αφανισμό». Ο ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνει, «βρήκε αυτό το τέρας κοιμώμενο και το αφύπνισε». Ο Νίκος Τσολακίδης αναφέρεται στο χρέος του Προοδευτικού Κέντρου που δεν είναι άλλο από το «να προσφέρει λύσεις και προτάσεις ανόρθωσης, για την κοινωνία, που σαστισμένη πελαγοδρομεί». «Η μετεξέλιξη της πολιτικής μας στέγης σε έναν ενιαίο χώρο της εκσυγχρονιστικής σοσιαλδημοκρατίας, είναι η κατάληξη μιας δημιουργικής πορείας τολμηρών αποφάσεων, απαλλαγμένων από φαντασιώσεις και εμμονές» τονίζει.

Είναι αλήθεια ότι ο ερχομός- άνοδος στην εξουσία του ΣΥΡΙΖΑ και κυριότερα ο ένας χρόνος διακυβέρνησής του εξάλειψε το δίλημμα περί μνημονιακής- αντιμνημονιακής πολιτικής. Είναι αλήθεια ότι κανείς δεν δικαιούται πλέον να πει ότι δεν γνώριζε, κανείς δεν διανοείται να πει πως «λεφτά υπάρχουν» και κανείς λογικός άνθρωπος δεν πιστεύει πως υπάρχει άλλος δρόμος ( Ζάππεια 1, 2, 3) και ότι μπορούμε να «σκίσουμε τα μνημόνια». Είναι επίσης αλήθεια ότι ήλθε η ώρα να ακούσουμε, να αποφασίσουμε και να επιλέξουμε την ορθότερη και πιο ορθολογική πολιτική που θα μας βγάλει από την κρίση και θα μας οδηγήσει σε αναπτυξιακή τροχιά.

O Σωτήρης Κατσέλος θέτει το θέμα των μεταρρυθμίσεων υποστηρίζοντας πως οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι άμοιρες ιδεολογικού προσήμου. Εκκινώντας από τη διαπίστωση ότι «οι μεταρρυθμίσεις σημαίνουν αλλαγές και οι αλλαγές δημιουργούν κοινωνικές ανακατατάξεις, όχι πάντα ευπρόσδεκτες» σημειώνει ότι «ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας δεν είχε πραγματικά αποφασίσει αν ήθελε να πραγματοποιήσει πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που ευαγγελίζονταν». Ο συγγραφέας τονίζει πως «ο πολιτικός χώρος οφείλει πρώτα να προσδιορίσει τις μεταρρυθμίσεις που του ταιριάζουν βάσει του οράματός του για την κοινωνία, πριν ζητήσει από την κοινωνία να τις ενστερνιστεί» και εκτιμά πως έχουμε την ευκαιρία να φτάσουμε το επίπεδο των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών.

Η Χριστίνα Παπανικολάου αποτιμά το Εθνικό Σύστημα Υγείας και τις υγειονομικές μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει έως σήμερα εκτιμώντας πως «όλες οι θεσμικές, θετικές μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις, που πραγματοποιήθηκαν την τελευταία πενταετία, και όχι μόνο κάτω από την πίεση μνημονιακών υποχρεώσεων, δεν ολοκληρώθηκαν, ούτε αξιοποιήθηκαν κατάλληλα, ώστε να τελεσφορήσουν προς όφελος της βελτίωσης του Συστήματος και της σταδιακής μετάβασής του στη νέα εποχή». Η συγγραφέας παραθέτοντας βασικά χαρακτηριστικά της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την Υγεία, εξηγεί πως το Ελληνικό Υγειονομικό Σύστημα «είναι όσο ποτέ αναγκαίο να αξιοποιήσει όλη την εμπειρία, τις ευκαιρίες και τα κεκτημένα της Ευρωπαϊκής πολιτικής και πρακτικής»

Ο Νίκος Ορφανός στο άρθρο του παραθέτει τα 12 συν ένα σημεία που μας δίδαξε η χρονιά που πέρασε από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, για να καταλήξει στο ότι τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά «Γιατί ένα μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας όλα τα παραπάνω, δεν τα θεωρεί τρομακτικά, αλλά ευπρόσδεκτα και φυσιολογικά. Θερίζουμε την κατάρρευση ολόκληρου του εκπαιδευτικού μας αξιακού οικοδομήματος. Το αντίπαλον δέος του καλού, θα πρέπει να ξεκινήσει από τις αρχές που θα φωτίσουν την αξιακή δομή της κοινωνίας μας. Σε επόμενο άρθρο, μη βλέποντας κανένα να κάνει την αρχή, επιφυλάσσομαι να την κάνω εγώ» σημειώνει.

Η Άρτεμις Δεδούλη στο άρθρο της που βασίζεται στην εισήγησή της στην εκδήλωση της 13ης Ιανουαρίου για το ασφαλιστικό, εξετάζει το προσχέδιο για το ασφαλιστικό που εισηγείται η κυβέρνηση εκτιμώντας πως «δεν εξασφαλίζει ούτε τη βιωσιμότητα ούτε πολύ περισσότερο την επάρκεια» ενώ τονίζει πως «καμία αναλογιστική μελέτη δεν συνοδεύει το προσχέδιο νόμου, ούτε οικονομικοκοινωνικές μελέτες που να τεκμηριώνουν ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις περικοπής των συντάξεων είναι αναγκαίες και πρόσφορες». Το μεγαλύτερο μέρος του προσχεδίου, σημειώνει η συγγραφέας, «αφορά τη διοικητική-οργανωτική παρέμβαση με τη συγχώνευση όλων των ασφαλιστικών οργανισμών σε έναν Οργανισμό και εξαντλείται σε αναλυτική και περιπτωσιολογική καταγραφή»

Σελίδα 17 από 21