Κυριακή, 27 Νοε 2016

Ομιλία του Ξενοφώντα Μπρουντζάκη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών στο Αγρίνιο

αρθρο του:

Το κείμενο αποτελεί την ομιλία του Ξενοφώντα Μπρουντζάκη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών στο Αγρίνιο με θέμα «Ποιο μέλλον για την Ελλάδα; Ο ρόλος του πρωτογενή τομέα» και ομιλητές τον Αλέκο Κρητικό και τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Τη συζήτηση συντόνιζε ο Χρήστος Κωστακόπουλος. 


Οι αρχαίοι Έλληνες διέπρεψαν και ο πολιτισμός τους κυριάρχησε για έναν απλό λόγο: αντιμετώπισαν τη ζωή τους και τον κόσμο με την κοινή λογική, δηλαδή, εισήγαγαν την λογική, τον ορθολογισμό στην ιστορία. Όταν άστραφτε και  βροντούσε, αντί να αποδίδουν το γεγονός σε ενέργειες θεών και δαιμόνων, σε συνωμοσίες και σε σκοτεινές δυνάμεις,  παρατηρούσαν προσεκτικά το φαινόμενο, τις αλληλουχίες του και προσπαθούσαν να βάλουν τα πράγματα σε μια σειρά, να τα ερμηνεύσουν  με βάση τη λογική και όχι τις φαντασιοκοπίες. Έτσι, οικοδόμησαν τον σημαντικότερο πολιτισμό στην Ιστορία και αυτός είναι ο λόγος που τους μνημονεύουμε.

Τα τελευταία χρόνια ζούμε σε έναν οίστρο αυτοκαταστροφικού παραλογισμού.

Εμείς, αντίθετα, και μετά από 2500 χρόνια, είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε κάθε παραλογισμό, κάθε αρλούμπα, κάθε κραυγαλέο ψεύδος, εκτός λογικής και  να το αποδώσουμε σε σκοτεινές δυνάμεις, σε  συνωμοσίες και σε κέντρα που μας μισούν (ειδικά εμάς) αρνούμενοι με εντυπωσιακή εμμονή κάθε λογική εξήγηση ή ερμηνεία της πραγματικότητας. Δυστυχώς για εμάς, με αυτή την τακτική φτάσαμε στο ναδίρ τα τελευταία μαρτυρικά και αδιέξοδα χρόνια που ζούμε όλοι μας.

Τα τελευταία χρόνια ζούμε εκτός λογικής. Ζούμε σε έναν οίστρο αυτοκαταστροφικού παραλογισμού. Στην προσπάθειά μας να αναζητήσουμε την αλήθεια, επιλέγουμε συστηματικά κι επίμονα το ψέμα.

Προσπαθούμε να φύγουμε από την Ευρώπη πράγμα που σημαίνει αιφνίδιο θάνατο, να τυπώσουμε δραχμές στην Μόσχα, να προσελκύσουμε  Σύριους επενδυτές, να δανειστούμε από το Ιράν, να εισάγουμε μπρόκολα και  ζάχαρη από την Βενεζουέλα, να συναλλασσόμαστε με IOU και να περιμένουμε ότι η  υποτιθέμενη ελάφρυνση του χρέους που την ευαγγελίζεται η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα μας λύσει αυτόματα όλα μας τα προβλήματα, θα έρθει η ανάπτυξη που περιμένει με αγωνία στο ρημαγμένο κατώφλι της χώρας κι όλοι μαζί ξανά αδελφωμένοι  θα βαράμε νταούλια στο Σύνταγμα και αυτή τη φορά θα χορεύουμε παρέα με τις αγορές!

Ξέρετε, τα επαχθή μνημόνια όντως μπορούμε να τα καταργήσουμε με μια υπογραφή και σε μια νύχτα. Νύχτα γιατί δεν υπάρχει ξημέρωμα. Τα ακυρώνουμε και ιδίοις δυνάμεις βγαίνουμε μόνοι μας στις αγορές να δανειστούμε για να πληρώνουμε μισθούς, συντάξεις – εάν βρεθούν οι αγορές και εάν βρεθούν με τι επιτόκια; Δυστυχώς η πραγματικότητα της οικονομίας μας δεν «συγκινείται» από τις εύκολες ρητορείες, ούτε αντιμετωπίζεται με απλοϊκές λύσεις και επαναστατικά ψευδή. Τα προβλήματα δεν λύνονται ούτε με νταηλίκια ούτε με νταούλια.

Τα προβλήματα δεν λύνονται ούτε με νταηλίκια ούτε με νταούλια.

Ας υποθέσουμε ότι έχουμε ένα πολύ όμορφο περιβόλι που μας χαρίζει ζουμερούς  καρπούς και όλα πάνε κατ’ ευχήν, μέχρι που κάποια στιγμή μερικά δέντρα προσβάλλονται από μιαν ασθένεια. Φωνάζουμε τον γεωπόνο, εκείνος μας λέει τι χρειαζόμαστε, κι εμείς θυμώνουμε τόσο πολύ επειδή αρρώστησαν τα δέντρα μας που αντί να ακολουθήσουμε τις συμβουλές του γεωπόνου, τα ξεριζώνουμε όλα: υγιή και άρρωστα!  Αυτό κάναμε με τις επιλογές μας:  θυμώσαμε επειδή αρρωστήσαμε και αντί να πάρουμε ένα ντεπόν να περάσει ο πονοκέφαλος, πήραμε φόρα και σπάσαμε το κεφάλι μας στον τοίχο. Βεβαίως, αυτές οι λύσεις είναι θεαματικά δραματικές, έντονα συναισθηματικές και ικανοποιούν το θυμικό μας, με μόνη διαφορά ότι  ο ασθενής σε αυτές τις περιπτώσεις αποβιώνει   

Από τα χρόνια του Ησιόδου κιόλας ο αγροτικός τομέας κατείχε κυρίαρχη θέση στην οικονομία των Ελλήνων. Ο ποιητής των Έργων και Ημερών θεωρούσε ότι το καλύτερο είδος ζωής είναι αυτό του χωρικού που έχει κάποια ιδιοκτησία. Πρόκειται για μια κουραστική ζωή αλλά τη μόνη που εξασφαλίζει την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Ο άνθρωπος ο πραγματικά ελεύθερος, πρέπει να είναι απόλυτος κύριος τού εαυτού του, πράγμα που πετυχαίνει μέσω της αυταρκείας που παρέχει η γεωργία.

Η ζωή του χωρικού που έχει δική του ιδιοκτησία σε μια καλή και γόνιμη περιοχή παραμένει για τους Έλληνες το ιδανικό και στην εποχή του Ξενοφώντος, δυο αιώνες μετά. Στον Οικονομικό του ο Ξενοφών φιλοτεχνεί έναν ύμνο στη γεωργία καθώς πιστεύει ότι αυτή δεν προάγει μόνο τα απαραίτητα για τον άνθρωπο αγαθά αλλά ακόμα βελτιώνει το σώμα και την ψυχή όλων αυτών που της είναι αφοσιωμένοι! 

Ο αγροτικός τομέας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη συγκρότηση του νεοελληνικού κρατιδίου.

Αλλά και στους αιώνες που ακολούθησαν ο αγροτικός τομέας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη συγκρότηση του νεοελληνικού κρατιδίου. Σύμφωνα με τις Συνθήκες που αναγνώρισαν την ανεξαρτησία της χώρας, τα εδάφη που περιλαμβάνονταν στα όρια του νέου κράτους και που ανήκαν πριν στους Τούρκους, ανακηρύχθηκαν «εθνική ιδιοκτησία». Έτσι το νεοσύστατο κρατίδιο του 1830 εμφανίζεται σαν ο μεγαλύτερος γαιοκτήμονας του ελληνικού χώρου. Κατέχει με συντηρητικούς υπολογισμούς το 35 με 50% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων του Βασιλείου. Οι πρώτοι αγρότες εμφανίζονται σαν ενοικιαστές γης από τους οποίους το κράτος απαιτούσε το 15% της ακαθάριστης παραγωγής σαν μίσθωση και τους επιβάρυνε επιπλέον και με το φόρο της «δεκάτης».

Αυτή η πολιτική δεν βοηθούσε την παραγωγή και την ανάπτυξη, αν λάβει κανείς υπόψη του και τη σύγχυση που επικρατούσε γύρω από το θεσμικό καθεστώς των ενοικιαζομένων γαιών. Ήδη από τη δεκαετία του 1840, ετέθη έντονα το θέμα της αναδιανομής των γαιών, όχι μόνο από τον αγροτικό κόσμο αλλά και από τους διανοούμενους, τους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς. Όλοι αυτοί θεωρούσαν ότι αποδίδοντας την κυριότητα στους κατόχους των εθνικών γαιών θα αναπτύσσονταν η αγροτική παραγωγή και η οικονομία συνολικά γιατί έτσι θα ενεργοποιούσαν το προσωπικό ενδιαφέρον των καλλιεργητών, πράγμα που θα οδηγούσε στην αύξηση της παραγωγικότητας. Το σημαντικότερο είναι ότι θα ενέτασσε την καλλιέργεια της γης  στο εμπορευματικό κύκλωμα.

Η διανομή των γαιών στους καλλιεργητές επιτεύχθηκε από την κυβέρνηση Κουμουνδούρου το 1871 και είχε εντυπωσιακά αποτελέσματα στην εξέλιξη της αγροτικής παραγωγής της χώρας, με αποκορύφωμα την ανάπτυξη των εξαγωγών της κορινθιακής σταφίδας που στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα αναδείχθηκε σαν το κυριότερο εξαγωγικό προϊόν του Ελληνικού Βασιλείου. H κορινθιακή σταφίδα έφθασε να καλύπτει περισσότερο από το 50% της συνολικής αξίας των εξαγωγών της χώρας. 

Η ελληνική γεωργία παρουσιάζεται ανέτοιμη απέναντι στις παγκόσμιες αλλαγές που συντελούνται.

Λίγο πριν την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος το 1881, οι Τούρκοι ιδιοκτήτες γης φρόντισαν να μεταβιβάσουν τις ιδιοκτησίες τους σε Έλληνες χρηματιστές και πλούσιους εμπόρους της διασποράς. Με την αξιοθρήνητη αδράνεια που επέδειξε το ελληνικό κράτος,  απεμπόλησε τα δικαιώματα που θα μπορούσε να ασκήσει ως διάδοχο του Οθωμανικού κράτους. Οι συνέπειες αυτής της εξέλιξης υπήρξαν δραματικές για τους καλλιεργητές, μιας και έχασαν το εμπράγματο δικαίωμα που διατηρούσαν πάνω στην καλλιεργούμενη γη. Οι καλλιεργητές αυτοί μετατράπηκαν σε αγρομισθωτές. Η νέα αυτή πραγματικότητα θα οδηγήσει σε μια περίοδο έντονων κοινωνικών αναταραχών και συγκρούσεων, που θα αρχίσει από το 1881 και θα αποκορυφωθεί με τη σύγκρουση στο Κιλελέρ, τον Μάρτιο του 1910. 

Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου συντελείται ένα αγροτικό θαύμα στη χώρα:  Η αρχή της αγροτικής μεταρρύθμισης εξηγγέλθη το 1917 στην Θεσσαλονίκη από τον Βενιζέλο. Παρ΄ όλα αυτά, το μεγαλύτερο μέρος της πραγματοποιήθηκε μετά το 1922. Η αγροτική μεταρρύθμιση αποφασίστηκε την στιγμή της πτώσης του εξωτερικού εμπορίου. Την περίοδο αυτή, την ριζοσπαστική αγροτική μεταρρύθμιση με την ίδρυση του υπουργείου Γεωργίας το 1917 ακολουθούν οι αυτόνομοι οργανισμοί συγκέντρωσης και διαχείρισης εγχώριων προϊόντων, η ψήφιση νόμου για τους γεωργικούς συνεταιρισμούς, η επέκταση των χορηγήσεων της Εθνικής Τράπεζας στον αγροτικό πληθυσμό. Στη συνέχεια, επιτυγχάνεται η αγροτική εγκατάσταση των προσφύγων. Το 1929 ιδρύεται  η Αγροτική Τράπεζα ενώ στην ύπαιθρο μπαίνουν μπροστά μεγάλα εγγειοβελτιωτικά έργα. Αυτές και πολλές άλλες επεμβάσεις σηματοδοτούν μια σειρά θεσμικών ουσιαστικών παρεμβάσεων του νεοελληνικού κράτους υπέρ της γεωργίας.

Τα χρόνια που ακολούθησαν μετά τον πόλεμο και με τη συγκρότηση των πρώτων συντηρητικών κυβερνήσεων, η βασική  αναπτυξιακή στρατηγική στράφηκε προς την γρήγορη εκβιομηχάνιση της χώρας. Αυτή η πολιτική επιλογή κατέστησε συμπληρωματικό τον ρόλο του αγροτικού τομέα στην αναπτυξιακή διαδικασία της χώρας. Αυτή η απόφαση είχε βαρύτατες συνέπειες οδηγώντας τον αγροτικό κόσμο στα αστικά κέντρα και στην μαζική μετανάστευση.

Η Μεταπολίτευση σηματοδοτεί μια σειρά ευρύτατων ανακατατάξεων στον αγροτικό τομέα. Η άσκηση της αγροτικής πολιτικής συνδέεται άμεσα με την «κομματική πατρωνεία» μέσα σε  συνθήκες γραφειοκρατικού ελέγχου. Στην πολιτική ζωή της χώρας εμφανίζεται το φαινόμενο του «αγροτικού λαϊκισμού» που θα αναδειχτεί σε καθοριστικό παράγοντα της πολιτικής μας ζωής. Την περίοδο αυτή, τόσο σε επίπεδο θεσμών όσο και σε επίπεδο νοοτροπιών γίνονται φανερές οι στενές σχέσεις εξάρτησης μεταξύ αγροτών, αγροτικών οργανώσεων και κράτους.

Όσο καθυστερούμε, τρώμε τις σάρκες της χώρας.

Στη δεκαετία του '80 εφαρμόστηκε μια «φιλοαγροτική» πολιτική ενίσχυσης των εισοδημάτων των αγροτών πέραν των δυνατοτήτων της οικονομίας, κυρίως μέσω των συνεταιρισμών, οι οποίοι παρακινήθηκαν σε οικονομικές δραστηριότητες που ξεπερνούσαν κατά πολύ τις δυνατότητές τους, και που τελικά οδήγησαν στην καταχρέωσή τους. Παρά το γεγονός ότι στις δεκαετίες που ακολούθησαν ο πρωτογενής τομέας της αγροτικής ανάπτυξης έθεσε περισσότερο ρεαλιστικούς στόχους, η καθυστέρηση θεσμικού και διαρθρωτικού εκσυγχρονισμού έπαιξε ανασταλτικό ρόλο.

Σήμερα, ραγδαίες εξελίξεις χαρακτηρίζουν το σύστημα παραγωγής, μεταποίησης, διακίνησης και διάθεσης αγροτικών προϊόντων σε παγκόσμιο επίπεδο και επηρεάζουν την αγροτική οικονομία της χώρας.

Είναι φανερό ότι η ελληνική γεωργία παρουσιάζεται ανέτοιμη απέναντι στις παγκόσμιες αλλαγές που συντελούνται, πράγμα που πρέπει να μας προβληματίσει έντονα και άμεσα. Οι ταχύτητες των εξελίξεων δεν επιτρέπουν ελληνικούς χρόνους λήψεως αποφάσεων. Όσο καθυστερούμε, τρώμε τις σάρκες της χώρας.

Μέσα σ’ αυτό το αποπνικτικό κι αδιέξοδο παρόν, εύλογα όλοι θα αναρωτιούνται αν έχουμε ξοδέψει και το μέλλον μας. Σε αυτή την ερώτηση μόνο ο ελληνικός λαός μπορεί να απαντήσει, με τις επιλογές του.  


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Nathaniel C. Burwash (1906-2000), New York Pushcart


* Για την ομιλία του Αλέκου Κρητικού, δείτε εδώ: http://ekyklos.gr/sb/340-omilia-alekou-kritikoy.html

 

Αγρίνιο | Ομιλία Ξενοφώντα Μπρουντζάκη from Evangelos Venizelos on Vimeo.

Μπρουντζάκης, Ξενοφών

Ο Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης γεννήθηκε στην Τήνο το 1959. Έχει εκδώσει εφτά βιβλία στις εκδόσεις Καστανιώτη.
Συνεργάστηκε τακτικά ή έκτακτα με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά  (Το Δέντρο - πρώτη εμφάνιση στα γράμματα- Πολιορκία, Γράμματα και Τέχνες, Διαβάζω, Εντευκτήριο, Poetix (Δέ)κατα, ενώ άρθρα του έχουν δημοσιευτεί  κατά καιρούς στο τύπο στην Ελευθεροτυπία , Έθνος, Athens Voices , 6 Μέρες, Εφημερίδα των Συντακτών κ.ά .
Έχει συνεργαστεί με διάφορους εκδοτικούς οίκους ως διευθυντής σειρών και επιμελητής εκδόσεων, όπως και ως σεναριογράφος σε κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές και ως στιχουργός σε δισκογραφικές εκδόσεις.
Από το 2005 εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα Το Ποντίκι όπου και διατηρεί την δική του σελίδα βιβλίου και είναι υπεύθυνος των ομώνυμων εκδόσεων της εφημερίδας έχοντας επιμεληθεί και εκδώσει περί τους διακοσίους τίτλους βιβλίων. Ταυτόχρονα αρθρογραφεί στην ηλεκτρονική έκδοση Το Ποντίκι Wed.